Συνταγή επιτυχίας με βάση το χαρούπι

OLYMPUS DIGITAL CAMERAΗ ιστορία ενός μάνατζερ από τον Καναδά που –κόντρα στους καιρούς αλλά και στις Αρχές της ίδιας του της επιστήμης- επέστρεψε στην Ελλάδα, επένδυσε εκατομμύρια στην επεξεργασία ενός ξεχασμένου φυτού και πέτυχε

Ακούγοντας για καλλιέργεια και επεξεργασία χαρουπιού, το μυαλό πάει μάλλον σε ζωοτροφές ή φθηνό αλεύρι παρά σε βιολογικά ροφήματα, καφέ, κακάο, παξιμάδια, παστέλια, μέλι και άλλα είδη αρτοποιίας και ζαχαροπλαστικής με πιστοποιημένη διατροφική ανωτερότητα και εκλεπτυσμένη γεύση.

Από τη δεκαετία του ’60 κι έπειτα, οι Έλληνες ξέχασαν το χαρούπι, μαζί με όλα τα τρόφιμα και τις συνήθεις που θύμιζαν Κατοχή. Ο Ηλίας Μανούσακας, χρειάστηκε δύο πτυχία στα οικονομικά και 20 χρόνια εμπειρίας σε τεράστια εργοστάσια επεξεργασίας καφέ για να καταλάβει τί «θησαυρό» είχε αφήσει πίσω του.Το 2006, αποφάσισε να πουλήσει όλη του την περιουσία στον Καναδά και να επιστρέψει στον τόπο του, την Αργυρούπολη Ρεθύμνου, για να επενδύσει στα χαρούπια, τα αρχαία υπέρ-φρούτα που υπήρχαν άφθονα στην περιοχή και παρέμεναν αναξιοποίητα, εν μέρει λόγω άγνοιας, όπως ο ίδιος λέει και κυρίως λόγω της τεράστιας δυσκολίας στην επεξεργασία τους.

«Παρά τις ευεργετικές τους ιδιότητες για τον άνθρωπο, ως τώρα, τα έκοβαν μόνο σε χοντρά κομμάτια και τα χρησιμοποιούσαν για ζωοτροφή. Αυτό που κάνουμε εδώ γίνεται για πρώτη φορά στην Ελλάδα. Δεν υπάρχει άλλη τέτοια βιομηχανία», λέει ενώ μας υποδέχεται στην εταιρία.

Είναι ένα διώροφο κτήριο στην είσοδο της Αργυρούπολης που σε προϊδεάζει περισσότερο για μια μικρή οικογενειακή βιοτεχνία παρά για μια επένδυση εκατομμυρίων ευρώ, με πατενταρισμένο μηχανολογικό εξοπλισμό και εξαγωγές σε όλον τον κόσμο.

xaroupia2Η επένδυση

Μόνο τα μηχανήματα στο εργοστάσιο του Ηλία Μανούσακα αξίζουν περίπου 2,5 εκατ. ευρώ.

Τα έχει σχεδιάσει ο ίδιος, τα συναρμολόγησε με τη βοήθεια κάποιων στενών του συνεργατών και τα λειτούργει σχεδόν μόνος του.  «Ξεκίνησα το 2006 και κατάφερα να μπω στην αγορά το 2011 μέχρι να τα τελειοποιήσω όλα αυτά», τονίζει. Τα ελληνικά του είναι ακόμα σπαστά, με ρεθεμνιώτικη προφορά.

Τον ρωτάω πόσο σίγουρος ήταν για το εγχείρημα του, για να πουλήσει τα 16 εστιατόρια που του ανήκαν στον Καναδά: «Ήταν ένα τεράστιο ρίσκο», απαντά «αλλά είχα όλη την απαραίτητη τεχνογνωσία, την εμπειρία και κυρίως την οικονομική άνεση να κρατηθώ», συμπληρώνει και εξηγεί ότι η συνολική επένδυση, του έχει κοστίσει μέχρι στιγμής πάνω από πέντε εκατομμύρια ευρώ.

Τί παράγει

Η οικογένεια του Ηλία Μανούσακα κατείχε εκατοντάδες στρέμματα με χαρουπιές που του επέτρεψαν να «πειραματιστεί» για χρόνια πάνω σε πρωτότυπα, γευστικά και υγιεινά σκευάσματα.

Σήμερα, η εταιρία παράγει 30 διαφορετικά βιολογικά προϊόντα από χαρούπι: ντάκους, γλυκά παξιμαδάκια, ροφήματα που μπορούν  να υποκαταστήσουν τον καφέ και το τσάι, παστέλια με χαρουπόμελο, χαρουπάλευρο αλλά και κακάο από χαρούπι.

Μάλιστα σύντομα πρόκειται να τελειοποιήσει και την υγιεινή “μερέντα” από χαρούπι!

«Δεν είναι είδος πολυτελείας. Αντίθετα είναι πολύ πιο φθηνό και πολύ πιο θρεπτικό από τα προϊόντα που αντικαθιστά», τονίζει ο Ηλίας Μανούσακας: «Είναι φυσικά γλυκό, αφού έχει 40 – 45% ζάχαρη, έχει δύο φορές περισσότερο ασβέστιο από το γάλα και είναι γεμάτο βιταμίνες».

Η εταιρία

Φέτος, ο κ. Μανούσακας χρειάστηκε για τα προϊόντα του πάνω από 1.000 τόνους χαρουπιού, ποσότητα που ξεπερνάει κατά πολύ την οικογενειακή καλλιέργεια. “Αγοράζω χαρούπια από τους αγρότες της περιοχής αλλά και όλης της Κρήτης, μόνο από βιολογικά πιστοποιημένα χωράφια”, εξηγεί.

Τα προϊόντα του διατίθενται στο εμπόριο σε δεκάδες μαγαζιά με βιολογικά σε όλη την Ελλάδα ενώ πρόσφατα μπήκαν και στο ράφι του μεγάλου τοπικού σούπερ-μάρκετ. Επίσης, ο Ηλίας Μανούσακας εξοπλίζει με πρώτη ύλη (χαρουπάλευρο) πάρα πολλά ζαχαροπλαστεία και φούρνους της Κρήτης, όπως και τους αλευρόμυλους του νησιού.

Παρόλα αυτά, η ελληνική αγορά αυτήν τη στιγμή απορροφά μόνο το 2% των προϊόντων του. «Δεν μπορούμε να στηριχτούμε στην ελληνική αγορά. Στο εξωτερικό η πίτα είναι τεράστια. Ειδικά στη Γερμανία στις Σκανδιναβικές χώρες, το χαρούπι είναι στην καθημερινή τους διατροφή», τονίζει και εξηγεί με πόσο κόπο, επιμονή και σωστό μάρκετινγκ, κατάφερε να κλείσει συμφωνίες με 13 ευρωπαϊκές χώρες αλλά και τη Ρωσία και τον Καναδά.

Η αγορά του χαρουπιού

Η χαρουπιά ευδοκιμεί στα εδάφη που βρέχει η Μεσόγειος εδώ και πάνω από 2.000 χρόνια.

Αντίθετα μ’ εμάς, οι Ισπανοί, οι Κύπριοι, οι Μαροκινοί και οι Τούρκοι, δεν σταμάτησαν ποτέ να την εμπορεύονται, με αποτέλεσμα σήμερα να κατέχουν σχεδόν όλη την «πίτα» σε μια παγκόσμια αγορά εκατοντάδων εκατομμυρίων που διαρκώς διευρύνεται.

Ο κ. Ηλίας θεωρεί ότι με σκληρή δουλειά στον τομέα του μάρκετινγκ, διαρκή παρουσία σε εκθέσεις και επιλογή κατάλληλων αντιπροσώπων, θα καταφέρει να πάρει το μερίδιο που αναλογεί στην ποιότητα και την καινοτομία των προϊόντων του.

«Η αγορά έξω είναι φοβερά ανταγωνιστική. Η Κύπρος και η Τουρκία είναι στο παιχνίδι εδώ και δεκαετίες. Όμως και οι δυνατότητες είναι φοβερές. Για παράδειγμα στη Γερμανία έχει 5.500 μαγαζιά με βιολογικά. Καταλαβαίνετε για τί μεγέθη μιλάμε. Και όταν η ιταλική μερέντα του χαρουπιού αυτή την ώρα πάει στο ράφι στα 9,5 ευρώ, εγώ μπορώ να γίνω ανταγωνιστικός αφού δεν θα πλασάρω τη δική μου σαν προϊόν πολυτελείας».

Το κράτος

Η επένδυση του κ. Μανούσακα συμπυκνώνει όλα τα χαρακτηριστικά του αναπτυξιακού μοντέλου που κυνηγά η χώρα μας:

Ένα τεράστιο κεφάλαιο που ήρθε από το εξωτερικό και επενδύθηκε από έναν Έλληνα επιχειρηματία στον τόπο του και μια επιχείρηση πρωτοποριακή, εξωστρεφή και «πράσινη» που στηρίζει τον πρωτογενή τομέα και την οικονομία της περιοχής με άξονες την ποιοτική ανωτερότητα των προϊόντων της και την καινοτομία στην επεξεργασία τους.

Κι όμως η Πολιτεία δεν τον στήριξε. «Μιλάνε για ανάπτυξη αλλά δεν θέλουν να κάνουν ανάπτυξη. Δεν βοηθούν τον επιχειρηματία, δεν αφήνουν την αγορά να δουλέψει» διαπιστώνει ενώ εξιστορεί τις τεράστιες δυσκολίες που αντιμετώπισε, το γραφειοκρατικό Γολγοθά που χρειάστηκε να ανέβει, την αναξιοκρατία που συνάντησε σε όλα τα στάδια υλοποίησης του εγχειρήματός του. «Εάν το σύστημα δεν αλλάξει από τα θεμέλια του, δεν θα πάμε μπροστά».

Εδώ και ενάμιση χρόνο, οι κόποι του έχουν αρχίσει να αποδίδουν καρπούς. Τώρα πρέπει να μεγαλώσει την επένδυσή του, αν θέλει να πετύχει τους υψηλούς του στόχους. «Δυστυχώς δεν νιώθω ασφάλεια σε αυτό το περιβάλλον. Δεν ξέρω που θα πάει αυτή η χώρα και δεν μπορώ να είμαι σίγουρος για τίποτα», δηλώνει με παράπονο για να καταλήξει «Εάν με ρωτούσες αν θα ξαναγύριζα στην Ελλάδα – όχι δεν θα το ξανάκανα. Εντάξει, είπαμε σ’ αυτήν τη χώρα να γίνεις ήρωας αλλά…»

Paragogi.net