Στέλιος Καζαντζίδης – 11 χρόνια μετά το θάνατο του
O τραγουδιστής” ο Στέλιος Καζαντζίδης. Είναι κάτι παραπάνω από καταξιωμένος καλλιτέχνης. Έχει μπει βαθιά στις καρδιές και στο νου των απλών ανθρώπων, κάθε ηλικίας και τάξης, σε τέτοιο βαθμό ώστε να τον θεωρούν ένα κομμάτι από την ίδια τους τη ζωή, όπως άλλωστε αποδεικνύεται καθημερινά από την απέραντη αγάπη , τον θαυμασμό και τον σεβασμό που του δείχνουν.
Ο Στέλιος Καζαντζίδης είναι ο θρύλος του ελληνικού τραγουδιού από το 1950. 51 ολόκληρα χρόνια είναι η φωνή του λαού. Μια φωνή καθαρή, δυνατή, ρωμαλέα που βγαίνει από τα βάθη της ψυχής, απλώνεται παντού και αγκαλιάζει (κάθε εποχή) τις χαρές, τις λύπες και τις αγωνίες του κόσμου. Είναι η φωνή της παρηγοριάς και της ελπίδας. Η φωνή των αδικημένων, των ξενιτεμένων, των εργατών.
ΤΑ ΕΦΗΒΙΚΑ ΤΟΥ ΧΡΟΝΙΑ
H παρουσία, από τα 18 του χρόνια, του Στέλιου Καζαντζίδη στον χώρο του γνήσιου λαϊκού τραγουδιού, συνδέεται άμεσα με τα γεγονότα και τα προβλήματα ενός λαού που αγωνιζόταν να σταθεί στα ποδιά του μετά από τον σκληρό αγώνα κατά της χιτλεροφασιστικής κατοχής και τη μπόρα του εμφύλιου πόλεμου. Παιδί που έζησε όλες αυτές τις εμπειρίες ο Στέλιος, ζυμωμένος με το λαϊκό στοιχείο, με όπλο την ουράνια φωνή του, βγήκε με την κιθάρα του να τραγουδήσει τα βάσανα και τους καημούς της φτωχογειτονιάς, που ήταν και δικά του βάσανα. Ορφάνεψε πολύ μικρός από πατέρα . Οι δυσκολίες της ζωής τον έφεραν αντιμέτωπο με τη σκληρή, καθημερινή πραγματικότητα. Κουβαλούσε βαλίτσες από την ομόνοια σε σταθμούς λεωφορείων και τρένων. Πουλούσε νερό με το μαστραπά και το κύπελλο, στην κεντρική αγορά της Αθηνάς. Τις νύχτες κοιμόταν στα παγκάκια της Ομονοίας για να μην ξοδέψει το χαρτζιλίκι που μάζευε και να το πάει τα Σαββατοκύριακα στη μανά του στη Νέα Ιωνία, για να αγοράσουν γάλα για τον μικρότερο αδελφό του. Αργότερα ο Στέλιος έκανε ακόμα πιο σκληρές δουλείες. Κουβάλησε τόνους άσβεστη και τσιμέντο με το πηλοφόρι στις οικοδομές της Νέας Ιωνίας και της Φιλαδέλφειας.
Η ΑΠΗΧΗΣΗ ΤΩΝ ΤΡΑΓΟΥΔΙΩΝ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΚΑΡΔΙΑ ΤΟΥ ΛΑΟΥ
Ο Γολγοθάς που σφράγισε τα παιδικά και εφηβικά χρόνια του Καζαντζίδη τελείωσε στο υφαντουργείο “Έσπερος” στον Περισσό όπου άλλαξε πορεία και μπήκε στο λαϊκό τραγούδι. Στην αρχή στο λαϊκό πάλκο και μετά από λίγο στο στούντιο. Αλλά και στην καινούργια του δουλεία τα πράγματα δεν ήταν τόσο εύκολα. Πέρασε δύσκολες στιγμές. Ένας διαρκής υποχθόνιος αλλά και φανερός πόλεμος από “φίλους” και αντίπαλους ανταγωνιστές. Ασπίδα του σ’ αυτόν τον πολύχρονο πόλεμο, η παθολογική και αδιάκοπη λατρεία του κόσμου στο πρόσωπο του, μα κυρίως στο έργο του με τα πάνω από 3000 τραγούδια του που στην πλειοψηφία τους αποτελούν όπλο κατά της κοινωνικής αδικίας. Λόγια απλά, λιτά, κατανοητά που μπορεί να μην τα έγραψαν ποιητές, αλλά απλοί άνθρωποι που βίωσαν δύσκολες εποχές και σκληρά γεγονότα. Είναι οι λαϊκοί στιχουργοί που μίλησαν με τη φωνή του Καζαντζίδη και τις μελωδίες των λαϊκών σύνθετων, στις ευαίσθητες ψυχές των απλών Ελλήνων. Αυτά τα τραγούδια που είπε ο Καζαντζίδης μπορεί να μην έχουν μεγάλους οραματισμούς. Κρύβουν όμως μια δυναμική με άμεσους προβληματισμούς. Οι πέντε τελευταίες δεκαετίες που πέρασαν είναι στενά δεμένες με τη φωνή και τα τραγούδια του Καζαντζίδη. Αυτού του μοναδικού καλλιτέχνη που συνειδητά υπηρέτησε το κοινωνικό λαϊκό τραγούδι. Μέσα σ’ αυτές τις δεκαετίες περνούν σαν κινηματογραφικό φιλμ, σαν θρίλερ ακόμη, στιγμές που σημάδεψαν την πολυτάραχη ζωή και πορεία του Στέλιου Καζαντζίδη αλλά και τη δική μας ζωή με αλληλουχία γεγονότων.
Η ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΚΑΡΙΕΡΑΣ ΤΟΥ
Η μεγάλη αρχή από το 1950. Η νεανική φωνή του Στέλιου “σπάει” τα τζαμιά των λουτρών του “Έσπερου” και απλώνεται στην Νέα Ιωνία. Ο Ξανθός (ο Βένετης), υπάλληλος της αεροπορίας, τον “απήγαγε” από το φτωχόσπιτο της οδού Αλαείας και τον εγκατέστησε σαν βασικά ατραγούδιστη στην ταβέρνα του Βουτσά στην Καλογρέζα. Πρώτη επαγγελματική εμφάνιση για το Στέλιο σ’ του Μπόκαρη στην Κηφισιά το 1950. Πρώτος δίσκος τον Ιούνιο του 1952 με το τραγούδι του Καλδέρα “Για μπάνιο πάω” και πρώτη απογοήτευση. Ο δίσκος δεν πούλησε. Δεύτερο τραγούδι “Οι βαλίτσες” του Γιάννη Παπαϊωάννου, έγινε μεγάλη επιτυχία. Aπό εκεί και πέρα σερί επιτυχιών και συνεχής άνοδος με εμφανίσεις σε γνωστά πλέον λαϊκά κέντρα “ Θείος ”, “Μπερτζελέτος”, “Ροσινιόλ”. Γνωριμία, αρραβώνας και συνεργασία με την Καίτη Γκρέυ ως το καλοκαίρι του 1957.Σουξε της εποχής το “Απόψε φίλα με ” του Χιώτη. Το είπε με την Καίτη Γκρέυ. Μετά χώρισαν. Η επόμενη 8ετια (1957-1965) είναι ίσως η δημιουργικότερη και πιο γόνιμη περίοδος για τον Στέλιο Καζαντζίδη. Γνώρισε τη Μαρινέλλα στη Θεσσαλονίκη. Έσμιξαν στο τραγούδι και στη ζωή. Ταίριασαν οι φωνές και οι καρδιές τους. Συνεργάστηκαν και έκαναν επιτυχίες με τους κορυφαίους σύνθετες του λαϊκού και του έντεχνου τραγουδιού. Τσιτσάνης, Παπαϊωάννου, Χιώτης, Παπαγιαννοπούλου, Καλδάρας, Δερβενιώτης, Βίρβος, Κολοκοτρώνης, Μπακάλης, Μυρσίνης, Θεοδωράκης, Χατζιδάκις, Λεοντής, Ξαρχάκος, Λοϊζος, Μαρκόπουλος. Εμφανίστηκαν στα μεγαλύτερα λαϊκά κέντρα “Τίρανα”, “Κουλουριώτης’, “Φαληρικό”, στα θέατρα “Παρκ”, “Ακροπόλ”. Έκαναν μεγάλες περιοδείες σε Τουρκία, Ηνωμένες Πολιτείες, Ισραήλ, Γερμανία.
Η οκταετία 1957-1965, έφερε τον Στέλιο Καζαντζίδη στο απόγειο της δόξας και του μεγαλείου του. Στα λαϊκά κέντρα όπου εμφανιζόταν και τραγουδούσε για ολόκληρες σαιζόν όλα σχεδόν τα τραπέζια ήταν ρεζερβέ, ενώ ουρές από εκατοντάδες άτομα σχηματίζονταν τις νύχτες στις εισόδους των μαγαζιών. Στο θερινό κέντρο του ‘‘Κουλουριώτη’’, στην παράλια Μοσχάτου, οι θαυμαστές του Στέλιου σκαρφάλωναν στους τοίχους ώρες ολόκληρες και έβλεπαν όλο το πρόγραμμα την ώρα που τραγουδούσαν ο Καζαντζίδης, η Μαρινέλλα και οι συνεργάτες τους. Αξέχαστες πάντως θα μείνουν και οι εικόνες όταν ο Καζαντζίδης και η Μαρινέλλα πραγματοποιούσαν εμφανίσεις τον Ιανουάριο του 1964 στην επιθεώρηση του Γιώργου Οικονομίδη ‘Αρχοντορεμπέτισσα’’ στο Θέατρο ‘‘Ακροπόλ’’ του Βασίλη Μπουρνέλη στις αρχές της οδού Ιπποκράτους. Η ουρά έφτανε από το ταμείο του θεάτρου μέχρι τη γωνία της οδού Ακαδημίας. Εκεί το μεγαλόπρεπο ντουέτο του λαϊκού τραγουδιού γνώρισε τότε αλησμόνητες στιγμές αποθέωσης. Όμως η αυξανόμενη δημοτικότητα του Καζαντζίδη λειτούργησε και αρνητικά. Ορισμένοι άνθρωποι της νύχτας δημιούργησαν στον λαϊκό τραγουδιστή μεγάλα προβλήματα. Τον εκβίαζαν και του έκαναν ένα πόλεμο νεύρων για να του προσφέρουν προστασία, την οποία εκείνος αρνιόταν επίμονα. Μέσα από αφηγήσεις φίλων του (επώνυμων ή όχι) και από μαρτυρίες παλιών λαϊκών δημιουργών (που δε ζουν πια, όπως π.χ. ο Γιάννης Παπαιωάνννου) κάποιοι ‘‘νονοί της νύχτας’’ στις αρχές της δεκαετίας του 1960, απείλησαν ανοιχτά και σοβαρά τη ζωή του Καζαντζίδη ο οποίος, λόγω χαρακτήρα, είχε πλέον αντιληφθεί και το έλεγε ότι η νύχτα δεν του πάει καθόλου και σε πολύ νέα ηλικία έπρεπε να εγκαταλείψει αυτά τα κέντρα, πράγμα που έκανε το 1965. Και αυτή την απόφαση του που ισχύει μέχρι σήμερα ο Στέλιος την θεωρεί στάση ζωής. Φυσικά η επιτυχία του μεγάλου λαϊκού τραγουδιστή δεν ήρθε μόνο από τις εμφανίσεις του στα κέντρα, αλλά κυρίως από τις συνεχώς αυξανόμενες πωλήσεις δίσκων (με τραγούδια-επιτυχίες) που η κυκλοφορία τους έφτανε σε επίπεδα ρεκόρ. Ο Καζαντζίδης τραγουδούσε την εποχή εκείνη τα σύνθετα, μεγάλα κοινωνικά προβλήματα και τις αγωνίες του κόσμου. Το πιο ουσιαστικό βέβαια από αυτά ήταν η μεγάλη μάστιγα που την λέγον ξενιτιά. Τα καραβιά και τα τρένα φορτωμένα με χιλιάδες νέους (το ανθός της ελληνικής νεολαίας) άδειαζαν το εμπόρευμα τους στα μεγαλύτερα σκλαβοπάζαρα της Γερμανίας, του Βελγίου, της Γαλλίας ,της Αυστραλίας, της Αμερικής. Έτσι για χιλιάδες μετανάστες και τις οικογένειες τους, ο Καζαντζίδης μια ολόκληρη ζωή ήταν το είδωλο τους.
Η φωνή και τα τραγούδια τους έχουν γίνει κτήμα τους και λειτουργούν γι’ αυτόν τον κόσμο ως ανάμνηση αλλά και σαν βάλσαμο. Και δεν είναι μόνο οι μετανάστες. Εκατοντάδες χιλιάδες έως και εκατομμύρια φανατικοί φίλοι του Καζαντζίδη τον ακούν και σήμερα στην Ελλάδα και σ’ όλη την υδρόγειο όπου υπάρχουν και ζουν Έλληνες. Το πιο σπουδαίο όμως είναι ότι και οι νεότερες γενιές έχουν αγκαλιάσει με πάθος το Στέλιο Καζαντζίδη και τα τραγούδια του, και τα παλιά και τα σημερινά. Ο Στέλιος Καζαντζίδης και η Μαρινέλλα παντρεύονται το Μάη του 1964 και χωρίζουν το 1966. Στα τέλη του 1965 ο Καζαντζίδης εγκαταλείπει για πάντα τις δημόσιες εμφανίσεις στις 30 Δεκεμβρίου του 1965, όταν εμφανιζόταν στο “Φαληρικών”, Ηπείρου και Αχαρνών. Δέκα χρόνια μετά την οριστική αποχώρηση του από τα κέντρα και τη νύχτα, νέες συμπληγάδες ορθώνονται από κυκλώματα για τον Στέλιο Καζαντζίδη, που επικοινωνεί με το κοινό μόνο με δίσκους. Αλλά και αυτή η επικοινωνία καταργείται. Δεν κυκλοφορεί δίσκους για δώδεκα χρόνια. Και μάλιστα σε μια περίοδο που ο Καζαντζίδης ήταν στην πιο ώριμη στιγμή της μεγάλης πορείας του στο λαϊκό τραγούδι. Το 1987 ο Στέλιος ξανατραγούδησε. Άρχισε να ηχογραφεί δίσκους. Η φωνή του όσο περνούν τα χρόνια γίνεται πιο καθαρή, πιο δυνατή. Τα τελευταία χρόνια ο Στέλιος ζούσε ήσυχα με τη γυναίκα του τη Βάσω και είχαν για συντροφιά λίγους και καλούς φίλους.
Naftilos.gr