Πρωταθλητές στην ακρίβεια σε γάλα – τυρί – αυγά η Ελλάδα και η Κύπρος

tyriaΗ Ελλάδα και η Κύπρος είναι οι ακριβότερες χώρες στην ΕΕ σε γάλα, τυρί και αυγά, ενώ αρκετά πάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο διαμορφώνονται οι τιμές στο ψωμί και στα δημητριακά, σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat για τον δείκτη τιμών καταναλωτή το 2012, που δόθηκαν την Παρασκευή 21 Ιουνίου στη δημοσιότητα.

Σύμφωνα με τη Eurostat, στην Ελλάδα, το 2012, οι τιμές των τροφίμων και των μη αλκοολούχων ποτών διαμορφώθηκαν λίγο πιο πάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, στο 104%.

Ειδικότερα, οι τιμές σε γάλα, τυρί και αυγά στην Ελλάδα έφτασαν το 132% του ευρωπαϊκού μέσου όρου, οι τιμές στο ψωμί και στα δημητριακά το 115% και οι τιμές στα αλκοολούχα ποτά το 131%. Χαμηλότερα από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, διαμορφώθηκε η τιμή του κρέατος (91%) και του καπνού (74%).Οι υψηλότερες τιμές σε τρόφιμα και μη αλκοολούχα ποτά στην ΕΕ διαμορφώθηκαν στη Δανία (143%), στη Σουηδία (124%), στην Αυστρία (120%), στη Φινλανδία (119%), στην Ιρλανδία (118%) και στο Λουξεμβούργο (116%). Οι χαμηλότερες τιμές καταγράφηκαν στην Πολωνία (61%), στη Ρουμανία (67%), στη Βουλγαρία (68%) και στη Λιθουανία (77%).

Οι ακριβότερες τιμές της ΕΕ στο γάλα, το τυρί και τα αυγά σημειώθηκαν στην Κύπρο (141%), στην Ελλάδα (132%) και στην Ιταλία (126%).Στο ψωμί και στα δημητριακά, οι υψηλότερες τιμές στην ΕΕ σημειώθηκαν στη Δανία (159%), στη Σουηδία (135%), στην Αυστρία (134%), στη Φινλανδία (130%), στην Κύπρο (121%), στο Λουξεμβούργο (118%) και στην Ελλάδα (115%).Στο κρέας, οι υψηλότερες τιμές στην ΕΕ σημειώθηκαν στην Αυστρία και στη Δανία (132%), στο Λουξεμβούργο (129%), στη Γερμανία (128%), στη Σουηδία (126%) και στη Γαλλία (123%).

Στον καπνό, οι υψηλότερες τιμές καταγράφηκαν στην Ιρλανδία (199%), στη Μ. Βρετανία (194%), στη Σουηδία (132%) και στη Γαλλία (129%) και οι χαμηλότερες στην Ουγγαρία (52%), στη Λιθουανία (55%), στη Βουλγαρία (56%) και στην Πολωνία (58%).Τέλος, στα αλκοολούχα ποτά, οι τιμές της ΕΕ διαμορφώθηκαν από 67% του μέσου κοινοτικού όρου στη Βουλγαρία έως 175% στη Φινλανδία και 162% στην Ιρλανδία.
Μετά τους αγελαδοτρόφους και οι αιγοπροβατοτρόφοι εγκαταλείπουν το επάγγελμα

Μετά τις καθ΄όλα αρνητικές συνέπειες στην ελληνική γαλακτοπαραγωγό αγελαδοτροφία, η οικονομική κρίση και η αδυναμία των παραγωγών ν’ αντεπεξέλθουν στις υποχρεώσεις τους, να ταΐσουν επαρκώς τα ζώα τους και να διατηρήσουν το επίπεδο των εκμεταλλεύσεων ψηλά, με αποτέλεσμα να οδηγούνται τελικώς στην έξοδο, παρόμοια εικόνα εμφανίζεται και στην αιγοπροβατροφία. Είναι ενδεικτικό πως μέσα σε μια επταετία 15.000 παραγωγοί οδηγήθηκαν στην έξοδο.Το αυτό επιβεβαιώνουν στοιχεία του Ελληνικού  Οργανισμού Γάλακτος και Κρέατος (ΕΛΟΓΑΚ), σύμφωνα με τα οποία η παραγωγή πρόβειου γάλακτος το 2012 μειώθηκε, φτάνοντας μόλις τους 496 χιλιάδες τόνους, επιστρέφοντας κατά κάποιο τρόπο στο 2008 (498 χιλιάδες τόνοι).Την ίδια στιγμή , οι τιμές που εισέπραξαν οι παραγωγοί μειώθηκαν τουλάχιστον κατά ένα λεπτό, σε σχέση με το 2011, επιστρέφοντας και σε αυτή την περίπτωση στα επίπεδα του 2008.
Κατάρρευση στο γίδινο γάλα

Αλλά και στο γίδινο γάλα η εικόνα δεν είναι διαφορετική, καθώς το εισκομισθέν προϊόν, δεν ξεπέρασε τους 114 χιλιάδες τόνους. Πρόκειται για τη χειρότερη επίδοση των τελευταίων δέκα τουλάχιστον ετών.Κι εδώ οι τιμές ακολουθούν την πορεία του πρόβειου γάλακτος, αφού η μειώνονται κατά μέσο όρο 1 λεπτό του ευρώ σε σχέση με ένα χρόνο πριν.Έξοδος από το επάγγελμαΠριν λίγο καιρό το paseges.gr παρουσίασε πρώτο τα στοιχεία του ΕΛΟΓΑΚ για την αγελαδοτροφία, επισημαίνοντας πως μέσα σε μια δεκαετία 7 στους 10 παραγωγούς εγκατέλειψαν το επάγγελμα. Το ανησυχητικό είναι ότι η τάση εμφανίζεται και στην αιγοπροβατοτροφία, καθώς σύμφωνα με τα στοιχεία του ΕΛΟΓΑΚ, οι παραγωγοί αίγειου και πρόβειου γάλακτος, με βάση τις εισκομίσεις μέσα σε μια επταετία μειώθηκαν από 68 χιλιάδες περιπου σε μόλις 54 χιλιάδες.

Το 2012 όσοι παρέδωσαν πρόβειο γάλα ήταν 39 χιλιάδες περίπου, ενώ 14 μόλις χιλιάδες ήταν οι παραγωγοί γίδινου γάλακτος.Τα στοιχεία είναι ασφαλώς ανησηχυτικά και καταδεικνύουν το μέγεθος του προβλήματος και τη δραματική συρρίκνωση που υφίσταται μέσα σε μια μόλις δεκαετία η ελληνική κτηνοτροφία.

Δημοκράτης Χανίων / agronews.gr