Τοπωνυμικό της Επαρχίας Αγίου Βασιλείου Ρεθύμνου

Ο Κωστής Ηλ. Παπαδάκης είναι ένας μελετητής-συγγραφέας με θαυμαστή παραγωγικότητα και σίγουρα αξιομνημόνευτο έργο.

Τα τελευταία χρόνια, ανά συχνά χρονικά διαστήματα, αποδίδει στους φιλαναγνώστες έργα που αναφέρονται στην τοπική ιστορία, με τη στενότερη ή την ευρύτερη έννοια, ερευνά θέματα κρητολογικού περιεχομένου και αναδεικνύει σημαντικές προσωπικότητες που άφησαν το στίγμα τους στα τοπικά δρώμενα.


Όλα αυτά παράλληλα με την μέχρι πρόσφατα εκπαιδευτική επαγγελματική του δραστηριότητα και με πλήθος άλλων κοινωνικών και πνευματικών ενασχολήσεων. Το έργο του συνολικά διακρίνεται για την ερευνητική ευσυνειδησία, την παραγωγή πλούσιου πρωτογενούς υλικού, πολύτιμου και για επόμενους μελετητές, την καλλιεργημένη γλωσσική απόδοση, από τη σχολαστική προσφυγή στις πηγές, από ένα συγγραφικό ήθος, που γίνεται αντιληπτό μέσα από την «ευγένεια» του ύφους και τη λεπτότητα της διατύπωσης.

Το τελευταίο συγγραφικό του πόνημα, «Τοπωνυμικό της Επαρχίας Αγίου Βασιλείου Ρεθύμνου», υπήρξε ένα τόλμημα ως συγγραφική-ερευνητική ιδέα και ένα επίτευγμα ως προς την τελική έκβασή του. Ήταν τολμηρή ιδέα η συγκέντρωση των τοπωνυμίων όλων των χωριών και οικισμών της Επαρχίας Αγίου Βασιλείου και η έκδοσή τους σε βιβλίο, επειδή, όπως είναι εύκολα κατανοητό, προϋπέθετε πολύ κόπο η συλλογή, ταξινόμηση, επεξεργασία, αντιπαραβολή, και βέβαια η ετυμολόγηση του γλωσσικού υλικού, το οποίο, επιπλέον, σε πολλές περιπτώσεις αποδιδόταν από τους άμεσους πληροφορητές παρεφθαρμένο. Προϋπέθετε, επίσης, χρονοβόρες και κοπιαστικές μετακινήσεις επιτόπου, στις πηγές της άμεσης πληροφόρησης, στα χωριά, και αναζήτηση κατά το δυνατόν έγκυρων πληροφοριών. Προϋπέθετε επίμοχθη εργασία και αφοσίωση, και βέβαια πάντα υπήρχε η αγωνία για την εκδοτική ευόδωση του εγχειρήματος.

Το τελικό αποτέλεσμα αποτελεί αναμφίβολα ένα επίτευγμα, μια προσωπική δικαίωση του συγγραφέα και ταυτόχρονα μια ανεκτίμητη προσφορά, αρχικά προς τον τόπο καταγωγής του, τον Άρδακτο και όλη την Επαρχία Αγίου Βασιλείου, αλλά και στο ευρύτερο επιστημονικό πεδίο που συνδέεται με την τοπική ιστορία, την παράδοση, τη λαογραφία και τη γλώσσα.

Τα τοπωνύμια, «επιγραφαί γεγλυμέναι επί του εδάφους», ρήση του μεγάλου συντοπίτη μας γλωσσολόγου Γεωργίου Χατζηδάκη, είναι η συνομιλία, η συνδιαλλαγή του ανθρώπου με τη γη, με τη φύση, με τη γεωμορφολογία και μέσω αυτών με την ιστορία, με την παράδοση, με την καθημερινότητα. Αντικατοπτρίζουν συχνά την ιδιαιτερότητα του τόπου, των ασχολιών, την ψυχοσύνθεση των ανθρώπων και είναι αποτυπώματα της πορείας τους στο πέρασμα του χρόνου. Μπορούν να γίνουν ερευνητικό υλικό πλήθους επιστημών όπως η ιστορία, η Γεωγραφία, η Λαογραφία, η Εθνογραφία, η Φυτολογία, η Γλωσσολογία και εντέλει να συντελέσουν στην απεικόνιση του ιστορικού, κοινωνικού και γεωφυσικού χαρακτήρα μιας περιοχής. Ειδικότερα, είναι μεγάλη η σημασία τους για τη Γλώσσα, τοπικά αλλά και γενικότερα, καθώς αποτελούν ένα πολύτιμο δείγμα της γλωσσικής εξέλιξης από ιστορική, μορφολογική, αλλά και από σημασιολογική άποψη. Σε καιρούς όπως οι σημερινοί, που περισσότερο τα τοπικά ιδιώματα κινδυνεύουν από την ανεξέλεγκτη παγκοσμιοποιημένη γλωσσική εισβολή και κατά συνέπεια από τη γλωσσική περιθωριοποίηση ή τη λήθη, εργασίες όπως η αναφερόμενη συνιστούν αμυντικά αναχώματα ή, ακόμη περισσότερο, ερεθίσματα ανακίνησης του ενδιαφέροντος για τον παραδοσιακό γλωσσικό και λαογραφικό θησαυρό.

Τον κίνδυνο της απώλειας πολύτιμου γλωσσικού-ονοματολογικού υλικού εξαιτίας της λήθης, που βέβαια συνδέεται και με την προοδευτικά εξελισσόμενη και αναπότρεπτη, όπως φαίνεται, εγκατάλειψη της υπαίθρου, επισημαίνει εύστοχα ο συγγραφέας, διαπιστώνοντας ότι σε σχέση με τα έτη 1953-54, οπότε είχε πραγματοποιηθεί παρόμοια έρευνα από την Εταιρεία Κρητικών Ιστορικών Μελετών, έχει σήμερα λησμονηθεί το 30% περίπου των τοπωνυμίων. Η δεκαπεντάχρονη, λοιπόν, ερευνητική προσπάθεια του Κωστή Παπαδάκη έχει και για το λόγο αυτό μεγαλύτερη σημασία, καθώς, όπως λέει κι ο ίδιος «καθίσταται κιβωτός διάσωσης του πολύτιμου εθνικού μας θησαυρού, της ελληνικής μας Γλώσσας» στο μέρος που της αναλογεί.

Στα ιδιαιτέρως ενδιαφέροντα Προλεγόμενα ο συγγραφέας, μεταξύ των άλλων, σημειώνει τους λόγους της ύπαρξης στην Κρήτη περισσότερων από αλλού μικρών τοπωνυμίων (η εκτεταμένη σ’ όλο το νησί γεωργική και κτηνοτροφική εκμετάλλευση, η ποικιλία στη γεωλογική διαμόρφωση και η κατάτμηση της γης σε μικρές ιδιοκτησίες) και εξηγεί τη διάρκεια και τη σταθερότητα της εδώ τοπωνυμικής ονοματοθέτησης, καθώς ο μέσος όρος των κρητικών τοπωνυμίων «προσμετρά σήμερα ηλικία τετρακοσίων και σε πολλές περιπτώσεις άνω των χιλίων ετών». Τονίζει, επίσης, την ανάγκη προστασίας του ονοματολογικού πλούτου της Κρήτης από την -στο παρελθόν κυρίως- τάση μετονομασίας των ξενικής κατακτητικής προέλευσης ονομάτων. Επισημαίνει ότι η φαινόμενη ξενική -τουρκική τις περισσότερες φορές- ονοματοδότηση μπορεί να είναι προϊόν λανθασμένης ετυμολογικής ερμηνείας, αλλά ακόμη κι αν το τοπωνύμιο ανάγεται στην τουρκική κατάκτηση, πρέπει να παραμείνει όπως είναι ως σημείο ιστορικής μνήμης.

Η δομή και η μεθοδολογία της εργασίας χαρακτηρίζεται από τη γνωστή από προηγούμενα έργα συστηματικότητα και επιμέλεια του συγγραφέα. Δίνονται αρχικά γενικά γεωγραφικά, ιστορικά, διοικητικά και ονοματολογικά στοιχεία για την Επαρχία Αγίου Βασιλείου και στη συνέχεια παραθέτονται πίνακες των οικισμών της σύμφωνα με τον κατάλογο του 1577 του Fr. Barozzi και την τουρκική απογραφή του 1659. Ακολουθεί η αλφαβητική αναφορά στα τοπωνύμια του κάθε χωριού. Για κάθε οικισμό παρουσιάζονται πρώτα λίγα εισαγωγικά στοιχεία που αφορούν τη θέση του στην Επαρχία, την ετυμολογία του ονόματός του και τις μορφές με τις οποίες αυτό απαντά στις απογραφές από το 1577 μέχρι σήμερα. Τα τοπωνύμια προσδιορίζονται και με βάση το γεωγραφικό τους προσανατολισμό σε σχέση με το χωριό και δίνεται η ετυμολογική ερμηνεία της κάθε ονομασίας. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχουν τα ονόματα που ανάγονται σε απώτερους ιστορικά χρόνους και ο συσχετισμός τους με την αρχαιολογική έρευνα. Επίσης όσα συνδέονται με θρύλους ή παραδόσεις, στα οποία ο Κωστής Παπαδάκης δίνει ιδιαίτερη έμφαση. Αναφέρει χαρακτηριστικά την άποψη του Αρχιεπισκόπου Αναστασίου Γιαννουλάτου: «Από μια τέτοια θεώρηση αναβλύζει βαθύς σεβασμός για τις τοπικές παραδόσεις, γιατί μέσω αυτών αποκαλύπτεται η ιδιαίτερη ωραιότητα της κοινής ανθρώπινης φύσης στη συγκεκριμένη περιοχή. Είναι γεγονός ότι το κάθε χωριό παλιά ένιωθε σαν μια οικογένεια. Όλοι μαζί έπιναν νερό από τον μαστραπά ή το τάσι στην κοινοτική βρύση, όπως ακριβώς μεταλάμβαναν από το ίδιο κοχλιάριο από το χέρι του παπά στην εκκλησία. Η εν λόγω ισορροπία μεταξύ της παγκοσμιότητας και της τοπικότητας μας προσφέρει μια άλλη αίσθηση, για να ατενίζουμε, επίσης, με σεβασμό τις τοπικές θρησκευτικές και λοιπές παραδόσεις των άλλων λαών και να ανακαλύπτουμε το παγκόσμιο νόημα το οποίο κρύβουν στην ιδιομορφία τους».

Αξιοσημείωτη, επίσης, είναι και η συγκριτική εξέταση που γίνεται ανάμεσα σε παρόμοια τοπωνύμια διαφορετικών οικισμών, η οποία οδηγεί σε ενδιαφέρουσες γλωσσικές παρατηρήσεις και συσχετισμούς. Ακόμη κι όταν μια ετυμολόγηση τοπωνυμίου παρουσιάζει δυσκολίες και δημιουργεί αβεβαιότητα, η όλη προσπάθεια, η απορία, οι πιθανολογήσεις, τα ερωτήματα, όλα αυτά, είναι μια γοητευτική πνευματική αναζήτηση που κινητοποιεί το νου και συχνά το συναίσθημα. Γιατί, βέβαια, η σημαντικότητα και το κύριο ενδιαφέρον της εργασίας βρίσκεται όχι στα εύκολα ερμηνευόμενα τοπωνύμια, αλλά στα δυσερμήνευτα και σ’ εκείνα που αναφέρονται σε πρόσωπα ή γεγονότα ιστορικής ή κοινωνικής βαρύτητας, σ’ αυτά που αποδίδουν ένα θρύλο που παραδόθηκε από στόμα σε στόμα. Ο συγγραφέας-ερευνητής στις περιπτώσεις αυτές εξετάζει με εξαντλητικό τρόπο τις εκδοχές που υπάρχουν, παραθέτει πηγές, υποθέτει και προτείνει τις δικές του ετυμολογικές λύσεις.

Χρόνος, τόπος, πρόσωπα, φυτωνύμια, ζωωνύμια, παραδόσεις, έθιμα, εργασιακές συνθήκες, λατρευτικές και ψυχαγωγικές συνήθειες, ένας ολόκληρος κόσμος, ο κόσμος του παλιού καιρού στην Επαρχία Αγίου Βασιλείου, αποτυπώνεται μέσα από την τοπωνυμική ονοματοδότηση που με κόπο, μεράκι και δημιουργικό οίστρο συνέλεξε, επεξεργάστηκε, ερμήνευσε και παρουσίασε ο Κωστής Ηλ. Παπαδάκης στο σημαντικό αυτό βιβλίο. Ένα βιβλίο το οποίο ως αποτέλεσμα επιβραβεύει την προσπάθειά του, που θα αποτελεί πηγή αναφοράς σε επόμενους ερευνητές, αλλά κυρίως σ’ εκείνους που θέλουν να διατηρούν ζωντανούς τους δεσμούς με τον τόπο καταγωγής τους, στους αγιοβα-

σιλειώτες που θέλουν να γνωρίζουν ποιοι κι από πού υπήρξαν, για να μπορούν και μελλοντικά παρόμοια να υπάρχουν. Το βιβλίο του Κωστή Παπαδάκη υπηρετεί και αυτή τη σκοπιμότητα, καθώς εντάσσεται στα εκδοτικά πεπραγμένα του Διεθνούς Επιστημονικού Συνεδρίου: « Η π. επαρχία Αγίου Βασιλείου από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα», που πραγματοποιήθηκε τον Οκτώβριο του 2008.

rethnea.gr