Ενοπλη ληστεία σε κοσμηματοπωλείο στο Μπαλί
Εξακολουθούν ν’ αναζητούνται από τις αστυνομικές αρχές οι ένοπλοι ληστές που τη Δευτέρα το βράδυ εισέβαλαν σε κοσμηματοπωλείο στο Μπαλί με σκοπό να το ληστέψουν ωστόσο η λεία τους ήταν σχετικά μικρή καθώς ο τολμηρός 35χρονος ιδιοκτήτης του καταστήματος και ένας 51χρονος φίλος του, με κίνδυνο της ζωής τους, χάλασαν την επιχείρηση των δραστών.
Κάτοικοι του τουριστικού χωριού και ξένοι επισκέπτες που περνούσαν από το σημείο την ώρα του συμβάντος, αντίκρισαν εικόνες φαρ-ουέστ και πανικοβλήθηκαν, καθώς οι ληστές και οι δυο άνδρες είχαν πιαστεί στα χέρια και πάλευαν καθώς οι δεύτεροι προσπαθούσαν να ακινητοποιήσουν τους πρώτους αγνοώντας τον κίνδυνο που διέτρεχαν από τα όπλα τους. Αψήφησαν τα όπλα που κρατούσαν στα χέρια οι ληστές αλλά και τους πυροβολισμούς που έριξαν εναντίον τους, το θάρρος όμως των δυο τολμηρών ανδρών είχε ως αποτέλεσμα να αποτρέψουν τουλάχιστον σε μεγάλο βαθμό τη ληστεία αφού οι ένοπλοι φοβήθηκαν και το έβαλαν στα πόδια αφήνοντας πίσω τους μεγάλο μέρος των κοσμημάτων που είχαν αφαιρέσει από τις προθήκες του καταστήματος.
Σύμφωνα με τις περιγραφές των μαρτύρων, οι δράστες, τέσσερις τον αριθμό, ήταν αλλοδαποί. Αξιωματικοί της ΕΛ.ΑΣ. εκτιμούν ότι πρόκειται για εγκληματική ομάδα που συστηματικά ληστεύει κοσμηματοπωλεία σε Ρέθυμνο και Ηράκλειο ενώ φοβούνται πως αν δεν συλληφθούν θα ξαναχτυπήσουν σύντομα κάποιο παρόμοιο στόχο. Ο τρόπος δράσης τους είναι σχεδόν ίδιος με ΄κείνον στην περίπτωση ληστείας στον Αδελιανό Κάμπο πριν ένα μήνα περίπου αλλά και σε δυο ακόμα περιπτώσεις ληστειών που σημειώθηκαν στο μεσοδιάστημα σε τουριστικές περιοχές του Ηρακλείου.
Όπως ανέφεραν στις καταθέσεις τους οι μάρτυρες, δηλαδή ο 35χρονος ιδιοκτήτης και ο 51χρονος φίλος του, ένα τέταρτο περίπου πριν τις 10 το βράδυ κι ενώ οι δυο τους ήταν μέσα στο κοσμηματοπωλείο και συζητούσαν, εμφανίστηκαν μπροστά τους δυο κουκουλοφόροι με όπλα στα χέρια, φορούσαν δε και γάντια, προειδοποιώντας τους απειλητικά να μην κινηθούν διότι θα τους σκοτώσουν και κινήθηκαν προς τις προθήκες του καταστήματος. Οι δυο άνδρες δεν υπάκουσαν στην απειλή, αντίθετα τους επιτέθηκαν προσπαθώντας να τους αφοπλίσουν. Στη διάρκεια της συμπλοκής, οι κουκούλες και τα όπλα των ληστών έπεσαν, ενώ η ευφυΐα του 51χρονου να πει στον ένα ότι τον γνωρίζει, υποχρέωσε τους δράστες να εγκαταλείψουν το σχέδιο τους. Κατάφεραν ωστόσο να ξεφύγουν από τα χέρια των διωκτών τους, και άρον άρον βγήκαν από το κοσμηματοπωλείο και έτρεξαν προς το αυτοκίνητο όπου βρίσκονταν δυο συνεργοί τους, ο ένας καθόταν στο τιμόνι και ο άλλος που επίσης φορούσε κουκούλα και κρατούσε όπλο είχε ρόλο τσιλιαδόρου. Πριν επιβιβαστούν στο Ι.Χ. οι ληστές πυροβόλησαν επανειλημμένα στον αέρα και εξαφανίστηκαν προς άγνωστη κατεύθυνση.
Ισχυρές αστυνομικές δυνάμεις έφτασαν στο Μπαλί λίγα λεπτά αργότερα, χτένισαν την ευρύτερη περιοχή όμως δεν στάθηκε δυνατόν να εντοπίσουν τους δράστες. Βρήκαν όμως εγκαταλελειμμένο στις Σίσσες ένα Ι.Χ. το οποίο ο ιδιοκτήτης του κοσμηματοπωλείου και ο 51χρονος φίλος του, αναγνώρισαν ως το όχημα στο οποίο επέβαιναν οι ληστές.
Όπως διαπιστώθηκε, είχε κλαπεί λίγες μέρες νωρίτερα από την Χερσόνησο Ηρακλείου.
Στον χώρο του συμβάντος, τον οποίο εξερεύνησαν οι αστυνομικοί, βρήκαν έξι κάλυκες πυροβόλου όπλου των 9 mm.
«Κατάφερα και έβγαλα την κουκούλα του ενός δράστη»
Με παραστατικό τρόπο περιέγραψε χθες στους δημοσιογράφους το περιστατικό και τη συμπλοκή του με τους ένοπλους ληστές, ο 51χρονος φίλος του ιδιοκτήτη του κοσμηματοπωλείου, Μπάμπης Τσαγλιώτης. «Στις δέκα παρά τέταρτο και ενώ βρισκόμαστε μέσα στο μαγαζί με τον ιδιοκτήτη και συζητούσαμε, όρμησαν μέσα στο κοσμηματοπωλείο δύο νεαροί εύσωμοι με κουκούλες και όπλα, περίπου 20-25 ετών κατά την κρίση μου και μας λένε στα ελληνικά: «Μην κουνιέστε, ληστεία». Δεν περίμενα και δεν πίστευα πως ήταν δυνατό να γίνει ληστεία τέτοια ώρα. Ορμάω εναντίον του ενός, του έπιασα το χέρι και εκείνος τραβήχτηκε προκειμένου να απομακρύνει από πάνω του το χέρι μου. Τότε του έπεσε το όπλο με τη γεμιστήρα. Βρήκα την ευκαιρία και με το άλλο μου χέρι του έβγαλα την κουκούλα. Εκείνη τη στιγμή προσποιήθηκα ότι τον γνωρίζω και του λέω: «Κάπου σε ξέρω». Τότε αυτός φοβήθηκε και κινήθηκε να φύγει. Σκέφτηκα ότι μπορώ να τον πιάσω, έτρεξα πίσω του και ενώ ήμασταν έξω φώναξε κάτι σε ξένη προφορά τους συνεργούς του, θεωρώ ότι τους είπε να με πυροβολήσουν ή κάτι τέτοιο. Ο οδηγός του αυτοκινήτου που ήταν σταματημένος πιο πάνω και περίμενε τους δράστες, του φώναζε «φύγε- φύγε». Μέχρι τότε μου είχαν ρίξει δύο σφαίρες στα πόδια και άλλες στον αέρα. Ο ένας, ο οδηγός, τον έβλεπα που πυροβολούσε συνέχεια. Ο ληστής δεν απομακρύνθηκε αμέσως γιατί περίμενε τον συνεργό του να βγει από το κατάστημα όπου πάλεψε μαζί του ο φίλος μου ο κοσμηματοπώλης. Μπήκα στην εκκλησία που είναι δίπλα, πήρα μια καρέκλα και βγήκα να τους κυνηγήσω. Πρόλαβα και χτύπησα τον έναν. Του έπεσε ο σάκος που κρατούσε με τα κλοπιμαία. Τότε έτρεξαν και οι δυο προς το Ι.Χ. τους, εγώ έτρεξα πίσω τους. Με την καρέκλα έσπασα το παρμπρίζ και αυτοί αναγκάστηκαν να φύγουν με ιλιγγιώδη ταχύτητα» διηγήθηκε ο κ. Τσαγκλιώτης. Από την πλευρά του, ο πατέρας του 35χρονου ιδιοκτήτη Γιώργος Τρούλης, εμφανίστηκε έντονα ανήσυχος για το περιστατικό και την αποθράσυνση των εγκληματιών. «Κινδύνευσε το παιδί μου. Έχουν αποκτήσει θράσος οι εγκληματίες, γι΄ αυτό φταίμε κι εμείς και οι νόμοι. Δεν μπορούν όλοι οι αλλοδαποί να έχουν περίστροφα και εμείς να απαγορεύεται να έχουμε όπλο για να προστατεύουμε τις ζωές και τις περιουσίες μας. Πρέπει ο νόμος να μας προστατεύσει διότι θα εγκαταλείψουμε και τα μαγαζιά και τα ξενοδοχεία μας. Δεν είναι δυνατόν να έρχονται στο κέντρο του χωριού με τέσσερα πιστόλια και να πυροβολούνε. Οι τουρίστες τρομαγμένοι κρύφτηκαν στην εκκλησία. Αν δεν τους έπεφτε η γεμιστήρα κάτω και δεν τους ακινητοποιούσαν ο γιος μου και ο Μπάμπης, θα τους σκότωναν και τους δυο, ήταν αποφασισμένοι για μακελειό». |
Ρεθεμνιώτικα Νέα