Η προβλέψιμη κατάρρευση της Ευρώπης
Πριν 20 χρόνια το σοβιετικό μπλοκ κατέρρευσε, όχι υπό την πίεση μιας στρατιωτικής επίθεσης των ιμπεριαλιστών του καπιταλισμού, αλλά υπό το βάρος των δικών του οικονομικών αντιφάσεων, κατά πώς θα το περιέγραφε κι ο ίδιος ο Καρλ Μαρξ.
Οι μόνοι που κατάφεραν να προβλέψουν την κατάρρευση του σοβιετικού συστήματος, που ήταν αναπόφευκτη μετά από δύο ή τρεις γενιές, ήταν κάποιοι λίγοι οικονομολόγοι με ακλόνητη πίστη στους νόμους της ελεύθερης αγοράς. Σήμερα οι ίδιοι νόμοι μας επιτρέπουν να προβλέψουμε την κατάρρευση της Ευρώπης, που προοιωνίζει η κρίση του ευρώ.
Οι αγορές γίνονται συχνά στόχος κριτικής για ‘έλλειψη διορατικότητας’ – για την ‘βραχυπρόθεσμη ματιά’ τους, όπως αναφέρεται. Αλλά η ανάγνωση αυτή εμπεριέχει ένα σφάλμα κατανόησης ως προς το τι αντιπροσωπεύει η τιμή στην αγορά, ακόμα και η κερδοσκοπική – και πρωτίστως η κερδοσκοπική. Η τιμή στην ελεύθερη αγορά συμπυκνώνει όλες τις διαθέσιμες πληροφορίες, όχι μόνο αυτές που αφορούν το παρόν αλλά και αυτές που αφορούν το παρελθόν και το μέλλον. Με πιο απλά λόγια ας πούμε ότι αυτοί που έχουν λεφτά – οι ‘πλούσιοι’ δηλαδή, κακοί ή καλοί – νοιάζονται για το πιο μακρινό μέλλον από τους πολιτικούς που ενδιαφέρονται πρωτίστως για την επανεκλογή τους.
Σήμερα οι αγορές προεξοφλούν όχι μόνο τις καταστροφικές καθημερινές επιπτώσεις των υποτιθέμενων ‘θεραπειών’ που έχουν σαν στόχο να επισπεύσουν το τέλος της χρηματοπιστωτικής κρίσης η οποία ξεκίνησε πριν 2 χρόνια στις ΗΠΑ. Προεξοφλούν επίσης και πάνω από όλα την ανικανότητα της Ευρώπης να αντιμετωπίσει το παγκόσμιο ανταγωνισμό, εξαιτίας του μεγάλου βάρους του δημόσιου χρέους της, που μάλιστα επιδεινώθηκε δραματικά εξ αιτίας αυτών των ‘θεραπειών’.
Οι ‘κακοί κερδοσκόποι’ έβαλαν ακόμη στα προγράμματα των υπολογιστών τους τα χρέη που συσσωρεύτηκαν από τα καλοπληρωμένα συνταξιοδοτικά συστήματα, δεσμεύσεις που μεγαλώνουν όλο και πιο πολύ ενώ η χρηματοδότησή τους μειώνεται εξαιτίας της καθυστέρησης των μεταρρυθμίσεων. Όπως και η κατάρρευση του σοβιετικού μπλοκ, έτσι και η αυτοκαταστροφή του κράτους πρόνοιας μετά από δύο ή τρεις γενιές δεν είναι λιγότερο προβλέψιμη από τη στιγμή που το κράτος πρόνοιας καταλήγει σε λιγότερα παιδιά και σε υψηλότερη ανεργία, σε λιγότερες αποταμιεύσεις και σε υψηλότερη φορολογία. Είτε το αρνούνται είτε το αποδέχονται οι πολιτικοί, οι αγορές το γνωρίζουν πολύ καλά και το λαμβάνουν υπόψη τους.
Στην πραγματικότητα οι πολιτικοί συνειδητοποιούν ότι η μέρα του απολογισμού φτάνει. Ο Γάλλος πρόεδρος Νικολά Σαρκοζί σπεύδει να βοηθήσει την Ελλάδα, καλώντας για την υιοθέτηση μιας απίθανης ευρωπαϊκής οικονομικής διακυβέρνησης, ενώ παράλληλα σπεύδει να ολοκληρώσει την τελευταία συνταξιοδοτική μεταρρύθμιση στη Γαλλία ανεξαρτήτως πολιτικού κόστους και μάλιστα πριν τις εκλογές. Γιατί; Για να αποτρέψει την ταπείνωση της χώρας του στις χρηματοπιστωτικές αγορές, που μπορεί να οδηγήσει στην περαιτέρω αύξηση του γαλλικού δημοσίου χρέους και σε ένα ισχυρό πολιτικό χαστούκι για το κράτος του και τον ίδιο προσωπικά.
Αλλά αν δε σημειωθεί κάποιο θαύμα στο κοινωνικό μέτωπο (τις συντάξεις, την αγορά απασχόλησης, το σύστημα υγείας), που όμως δεν φαίνεται πιθανό, κι αν δεν σπάσει το ‘θερμόμετρο’ των οίκων πιστοληπτικής αξιολόγησης, η υποβάθμιση των γαλλικών κρατικών χρεογράφων είναι αναπόφευκτη. Τα σημερινά επίπεδα του γαλλικού δημόσιου χρέους απλά δεν είναι βιώσιμα. Κι ό,τι ισχύει για τη Γαλλία μπορεί να ειπωθεί για τις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες που βουλιάζουν στην ίδια στασιμότητα.
Τα μεγάλα ιστορικά γεγονότα κατά κανόνα συνδυάζουν την τυχαιότητα και την αναγκαιότητα. Η τυχαιότητα ήταν η κρίση των αμερικανικών στεγαστικών δανείων υψηλού κινδύνου. Η αναγκαιότητα είναι τα ελλείμματα που συσσωρεύονται για 30 χρόνια. Σήμερα ζούμε την έκρηξη του χρέους που δεν θα επιτρέψει στην γηραιά Ευρώπη να αντιμετωπίσει το παγκόσμιο ανταγωνισμό για πολύ καιρό.