Η ομιλία του Πρωθυπουργού Γ. Παπανδρέου στο Ρέθυμνο

Το πλήρες κείμενο της ομιλίας του Πρωθυπουργού Γιώργου Παπανδρέου σχετικά με την αγροτική ανάπτυξη της Κρήτης στο Ρέθυμνο

“Πρώτα απ’ όλα να σας ευχαριστήσω για την παρουσία σας εδώ, την πολύ ζεστή παρουσία, αυτή την κρύα ημέρα. Αυτό μας δίνει κουράγιο να συνεχίσουμε ένα δύσκολο έργο που έχουμε μπροστά μας, για να αλλάξουμε τη χώρα μας. Και δείχνει και τη δική σας βούληση να προχωρήσουμε μπροστά.


Αλλά επειδή μιλήσαμε για την κακοκαιρία, θέλω πριν ξεκινήσω, να σας πω ότι ενημερώθηκα από τους τοπικούς φορείς για τη χθεσινή θεομηνία. Υπάρχουν κάποιες ζημιές και στην οδοποιία και στην αγροτική παραγωγή και έχω δώσει εντολή να καταγραφούν αναλυτικά και άμεσα, με τις προβλεπόμενες διαδικασίες, ώστε η Κυβέρνηση να αντιμετωπίσει το πρόβλημα και να προχωρήσει το συντομότερο δυνατόν στην αποκατάσταση των ζημιών.
Φίλες και φίλοι,
Εδώ και ένα χρόνο, η Ελλάδα βιώνει τη μεγαλύτερη κρίση στην πρόσφατη ιστορία της. Δεν θέλω να επαναλάβω όσα, είμαι βέβαιος, γνωρίζετε καλά για την πορεία μας όλους αυτούς τους μήνες, για να σώσουμε την οικονομία μας και να σταθούμε και πάλι στα πόδια μας, με αξιοπιστία.
Θέλω όμως ξεκινώντας, να σταθώ σε ένα θέμα που είναι άμεσα συνδεδεμένο με το θέμα της σημερινής εκδήλωσης. Νομίζω πως όλοι μας, όλοι οι Έλληνες και οι Ελληνίδες, θέλουμε να αλλάξει η Ελλάδα, να αλλάξουμε την Ελλάδα. Και πέρα απ’ τις αποφάσεις που αντιμετωπίζουν το άμεσο δημοσιονομικό μας πρόβλημα, οφείλουμε να δημιουργήσουμε μια πατρίδα οικονομικής και κοινωνικής δικαιοσύνης, βιώσιμης ανάπτυξης, ίσων ευκαιριών και προστασίας για όλους.
Ξέρω ότι αυτά ακούγονται πολλές φορές μακρινά, όμως είναι και άμεσα και απαραίτητα. Ακούγονται ίσως μακρινά, γιατί είναι λογικό και τα Μέσα Ενημέρωσης και η καθημερινότητα να αναδεικνύουν την αγωνία του πολίτη σήμερα – δικαιολογημένη αγωνία –  ο οποίος, συζητώντας δημόσια ή και στον ιδιωτικό του περίγυρο, δηλώνει τον προβληματισμό του με κάθε τρόπο. Είναι μια συλλογική αγωνία για την πορεία της χώρας.
Τι κάνουμε γι’ αυτό. Είναι και ο λόγος, για τον οποίο ήρθα σήμερα να σας μιλήσω. Και ξεκινάμε από εδώ, από την Κρήτη, μετά από τις εκλογές της Αυτοδιοίκησης, αυτή τη νέα πορεία, στηρίζοντας και αυτό τον θεσμό, αλλά πάνω σε αυτό το θεσμό να στηρίξουμε και τις μεγάλες αλλαγές που θα κάνουμε.
Ήρθα να σας ζητήσω να πάμε μαζί – ξέρω ότι η Κρήτη ήταν πάντα πρωτοπόρα στις μεγάλες αλλαγές για την Ελλάδα – γι’ αυτή τη διαφορετική και νέα πορεία. Να κάνουμε όλοι μαζί την προσπάθεια αλλαγής της χώρας, γιατί δεν θα βγούμε από την κρίση αν ασχοληθούμε αποκλειστικά με την περιστολή των δαπανών.
Πέρυσι, αναγκαστήκαμε να λάβουμε μια σειρά από σκληρά μέτρα, για να σωθεί η Ελλάδα από τη χρεοκοπία, να ανακτήσει την αξιοπιστία της και να εξασφαλίσει τη χρηματοδότησή της μέσα από ένα μηχανισμό στήριξης. Όμως, αυτές ήταν αναγκαίες, απόλυτα αναγκαίες θεραπείες των συμπτωμάτων, αλλά όχι και των αιτιών.
Το πρόβλημα της χώρας μας, θα το αντιμετωπίσουμε αλλάζοντας τις δομές του κράτους, το παραγωγικό μας μοντέλο και, φυσικά, νοοτροπίες και πρακτικές που μας οδήγησαν σε αυτό το αδιέξοδο. Πολλές φορές, θεωρούνται μικρές, αλλά είναι πολλές, όπως τόνισε και ο Υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης, ο οποίος ανέφερε το παράδειγμα των κτηνιάτρων και των γεωπόνων, το οποίο και εγώ ακούω από το 1974, όταν ξεκινούσαμε να μιλάμε για το νέο συνεταιρισμό στον αγροτικό τομέα.
Πρέπει επιτέλους αυτή την κρίση να την κάνουμε ευκαιρία, αυτά τα κακώς κείμενα να τα αλλάξουμε. Και τα μικρά και τα μεγάλα. Γι’ αυτό και το βάρος μας, το επόμενο χρονικό διάστημα, το ρίχνουμε σε αυτές τις αλλαγές, για να σπάσουμε τα φέουδα, και να αξιοποιήσουμε το κράτος σωστά, ώστε να αναδειχθεί ειδικά ο χώρος της γεωργίας, για τον οποίο μιλάμε σήμερα, διότι είναι ζωτικός για το μέλλον της πατρίδας μας.
Υπάρχουν πολλοί, οι οποίοι λένε ότι «φθίνει η γεωργία». Μπορεί να φθίνει, διότι δεν την έχουμε αξιοποιήσει ή οργανώσει σωστά, αλλά έχει μέλλον. Και όχι μόνο έχει μέλλον, αλλά είναι κομβικός ο τομέας της γεωργίας και της κτηνοτροφίας για το μέλλον της Ελλάδας. Μπορεί να αναδειχθεί σε κλειδί στην αντιμετώπιση της κρίσης, και για την αλλαγή του μοντέλου ανάπτυξης, και για την εμπέδωση μιας νέας αυτοπεποίθησης, μιας αισιόδοξης νοοτροπίας νίκης απέναντι στα χρόνια προβλήματα, που μας έχουν κάνει όλους να αγωνιούμε σήμερα για την πατρίδα μας, για τη δουλειά μας, για την οικογένειά μας.
Έτσι, λοιπόν, από εδώ, απ’ το Ρέθυμνο, απ’ την Περιφέρεια της Κρήτης, ξεκινούμε μια μεγάλη προσπάθεια: μέσα στα επόμενα τρία χρόνια, να καταστήσουμε την ελληνική γεωργία ανταγωνιστική, βιώσιμη, οικολογικά προσανατολισμένη σε τροχιά δυναμικής, ποιοτικής και πράσινης ανάπτυξης, παραγωγής πλούτου και, βεβαίως, ευημερίας και απασχόλησης για πολύ κόσμο.
Στον αγώνα μας αυτό, την επίτευξη του στόχου, επιβάλλει πριν και πάνω απ’ όλα το συμφέρον της πατρίδας. Δεν θα μπορέσουμε να ορθοποδήσουμε και να βγούμε απ’ την κρίση, χωρίς την ανασυγκρότηση της γεωργίας και της κτηνοτροφίας. Στις δύσκολες εποχές προστρέχουμε στις πάγιες αξίες μας, στις πηγές τις δικές μας και των παραδόσεών μας, μέσα από τις μπορεί να παραχθεί πλούτος και να διασφαλιστεί η ευημερία.
Προστρέχουμε στο έδαφος, στη θάλασσα, στις πλουτοπαραγωγικές μας πηγές, στους φυσικούς πόρους, αλλά και στην παράδοσή μας, στο ανθρώπινο δυναμικό μας – εκεί όπου η δική μας πατρίδα έχει αξεπέραστο πλεονέκτημα.
Ήδη, πολλοί επέλεξαν το δρόμο της επιστροφής εκεί απ’ όπου ξεκίνησαν, πριν το χωράφι μείνει χέρσο, πριν η μεγάλη πόλη στεγάσει το όνειρό τους, πριν χαθεί η γεύση από τα αγνά προϊόντα της γης τους. Πρέπει σε αυτή την επιστροφή τους, να συναντήσουν γόνιμο έδαφος. Και είναι δικό μας χρέος να καλλιεργήσουμε αυτό το έδαφος.
Στον αγώνα μας αυτό, την επίτευξη του στόχου επιβάλλει και το συμφέρον της εθνικής μας οικονομίας, που δεν μπορεί άλλο να πληρώνει το έλλειμμα στο ισοζύγιο των αγροτικών προϊόντων. Δηλαδή να πληρώνει, ακούστε, 6,5 δις ευρώ για εισαγωγές αγροτικών προϊόντων κάθε χρόνο.
Ενώ η Ελλάδα έχει τη δύναμη να θρέψει όλους τους Έλληνες, με δικά μας, άριστα αγαθά της ελληνικής γης, καταναλώνει σήμερα, δυστυχώς, εισαγόμενα και πολλές φορές δεύτερης ποιότητας προϊόντα. Πρέπει στα επόμενα τρία χρόνια αυτό να ανατραπεί, να υποκαταστήσουμε τις εισαγωγές σε ευρύτατη κλίμακα και να αυξήσουμε τις εξαγωγές θεαματικά. Και αυτό θα γίνει βεβαίως με τη συμβολή του αγροτικού τομέα σε αυτή την πανεθνική προσπάθεια, που θα κρίνει εν πολλοίς και τη έξοδο της χώρας μας από την κρίση.
Θα βοηθήσει στην επανεκκίνηση της χώρας, σε αυτές τις συνθήκες ύφεσης, αλλά και τον αγροτικό κόσμο, που θα βάλει και αυτός το θεμέλιο λίθο αυτής της νέας προσπάθειας.
Στον αγώνα μας αυτό, την επίτευξη του στόχου, επιβάλλουν όχι μόνο οι εθνικές, αλλά και οι ίδιες οι ευρωπαϊκές και διεθνείς εξελίξεις. Δεν μπορούμε να συνεχίσουμε να θεωρούμε, ότι μπορούμε να είμαστε ανταγωνιστικοί, ή ότι θα είμαστε ανταγωνιστικοί λόγω της φθήνιας. Σ’ αυτό το μοντέλο, μας ωθεί η παγκόσμια πραγματικότητα, εάν εμείς δεν πάρουμε πρωτοβουλίες και δεν διαμορφώσουμε ένα άλλο αναπτυξιακό μοντέλο.
Η πίεση στους μισθούς και στις συντάξεις, θα είναι όλο και μεγαλύτερη, όσο εμείς δεν φτιάχνουμε δικά μας προϊόντα, όσο δεν στηρίζουμε τα δικά μας προϊόντα, όσο αγοράζουμε ξένα και δεν πουλάμε τα ελληνικά προϊόντα. Γι’ αυτό είναι και τόσο μεγάλης σημασίας ο τομέας ο δικός σας, της γεωργίας και της κτηνοτροφίας.
Υπάρχουν και άλλοι λόγοι όμως, για τους οποίους χρειάζεται η γεωργία και η κτηνοτροφία. Θα έχουμε, όπως θα είδατε και πριν από λίγα χρόνια, αλλά ακόμα και το καλοκαίρι που μας πέρασε, λόγω των πυρκαγιών στη Ρωσία, αλλεπάλληλες διατροφικές κρίσεις και άρα την ανάγκη πολλών χωρών για επισιτιστική ασφάλεια, διατροφική ασφάλεια. Θα υπάρχει σε πολλές περιοχές της γης συρρίκνωση των υδατικών πόρων, εξάντληση των φυσικών πόρων, πιθανώς, ερημοποίηση και κλιματική αλλαγή. Εξελίξεις, που συνδέονται ακόμα και με τον παγκόσμιο εμπορικό ανταγωνισμό, αλλά και την ευρωπαϊκή διατροφική αλυσίδα.
Έχουμε λοιπόν κι έναν επιπλέον λόγο για να επενδύσουμε και να δώσουμε σιγουριά στη χώρα μας, μέσα από την αγροτική και κτηνοτροφική παραγωγή. Αλλά και να μπορέσουμε να είμαστε εξαγωγικοί, ιδιαίτερα όταν υπάρχουν – και θα υπάρχουν – κρίσεις σε παγκόσμιο επίπεδο. Έχουμε μπροστά μας την νέα Κοινή Αγροτική Πολιτική. Τη σκληρή διαπραγμάτευση που μας περιμένει και, βεβαίως, θα την κάνουμε.
Ακόμα περισσότερο, έχουμε την αναθεώρηση των μέχρι σήμερα πολιτικών, που επιβάλλει να θωρακίσουμε την αγροτική μας οικονομία, και να ανταποκριθούμε σε δύσκολες συνθήκες.
Δεν είναι μόνο οι πόροι που πρέπει να διασφαλίσουμε. Είναι ακόμα πιο κρίσιμο το πού θα πάνε αυτοί οι πόροι και τι θα αποδώσουν στον αγρότη. Τι θα διασφαλίσουν, πώς θα επενδυθούν, ώστε να είναι βιώσιμες οι επενδύσεις αυτές, να έχουν διάρκεια, να δώσουν σιγουριά και να μην είναι απλώς μια στιγμιαία βοήθεια, που την άλλη μέρα θα μας εξαρτήσει ακόμα περισσότερο, αλλά να διασφαλίζουν την ανάπτυξη της χώρας.
Πυξίδα και οδηγός του αγώνα μας, πρέπει να είναι ένα νέο πρότυπο αγροτικής ανάπτυξης. Θέλουμε μια γεωργία ελληνική, χωρίς παράνομες ελληνοποιήσεις, που ξεγελά με δανεικές γεύσεις και βλαπτικές πρακτικές. Άλλο είναι να ενσωματώνει κανείς νέες καλές πρακτικές, πιθανές γεύσεις και κουζίνες, στη δική μας πλούσια κουζίνα, ανεβάζοντας την ποιότητα και την ποικιλία, και άλλο είναι να εισάγουμε ένα είδος «all inclusive» και να τη μεταμφιέζουμε ως ελληνική.
Πώς αλλιώς θα εγγυηθούμε μια γεωργία που στηρίζει το εισόδημα του γεωργού και την ποιότητα ζωής στην ύπαιθρο, διασφαλίζοντας παράλληλα και την αειφόρο ανάπτυξη, μια γεωργία με ελληνική ταυτότητα, με πιστοποιημένη ταυτότητα και ποιότητα, με υψηλή προστιθέμενη αξία, που να προβάλλεται παντού στη χώρα αλλά και στο εξωτερικό;
Ας ομολογήσουμε επίσης επιτέλους, ότι το ιστορικό μοντέλο της γεωργίας των περασμένων δεκαετιών, εξαντλήθηκε. Η αποσύνδεση της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής από την παραγωγή και η προσήλωση στην πραγματική ενίσχυση, δημιούργησαν μια επιδοματική αγροτική οικονομία, που απέτρεψε το σχεδιασμό, και την παραγωγική προσπάθεια.
Δεν μπορούμε πλέον να βασίζουμε την παραγωγή αποκλειστικά στις βιωματικές εμπειρίες των αγροτών, για το τι και το πώς θα καλλιεργήσουν. Πρέπει να κοιτάμε το αύριο, το μέλλον, τις δυνατότητες που έχουμε. Δεν πρέπει να υπολογίζουμε μόνο στις άμεσες ενισχύσεις για τη στήριξη του εισοδήματος.
Πρέπει να στραφούμε στην παραγωγή, στον πολλαπλασιασμό της μέσα από την εργασία, στην ποιότητα μέσα από την εκπαίδευση, την έρευνα, την τεχνολογία, τη συνετή διαχείριση, την ταυτοποίηση, την πιστοποίηση, το design και το marketing, μαζί με τη σωστή οργάνωση των αγροτών και κτηνοτρόφων με υποδομές επαρκείς και σύγχρονες, κάτι βεβαίως που χρειάζεται και η Κρήτη.
Το λέμε χρόνια, αλλά δεν το κάνουμε. Το λέμε χρόνια και δεν το κάνουμε, μέχρι τώρα τουλάχιστον. Τώρα πρέπει να το κάνουμε. Καιρός είναι να αλλάξουν ριζικά τα πράγματα. Ξεκινούμε από τη βάση, από την παραγωγή. Διαθέτουμε όμως τεράστια συγκριτικά πλεονεκτήματα και αυτό είναι το θετικό.
Μας λείπει όμως η οργάνωση. Μας δυναστεύει η γραφειοκρατία, που κρατά τη γνώση εγκλωβισμένη στη συνήθεια του γραφείου, όπως μας είπε και ο Υπουργός. Μας καθηλώνει πολλές φορές η άγνοια, το άγνωστο, η ανασφάλεια, η πεπατημένη. Μας καθήλωνε ένα κεντρικό κράτος, που εμπόδιζε την παραγωγική δημιουργία, γιατί λειτουργούσε πελατειακά. Δηλαδή, ανάλογα με μικροπιέσεις, μικροσυμφέροντα, χωρίς να λύνει προβλήματα, χωρίς να σχεδιάζει σωστά. Πελατειακά, για να εξαρτήσει τον πολίτη, τον επιχειρηματία, τον γεωργό, σε μια δουλεία. Δουλεία, με στόχο την κομματική ή κάποια άλλη εκμετάλλευση.
Το κεντρικό κράτος παρέμεινε και άκρως συγκεντρωτικό και έβλεπε πάντα με καχυποψία τον πολίτη και την περιφέρεια. Αυτά είναι που αλλάζουμε με τον «Καλλικράτη». Γιατί αυτό το συγκεντρωτικό κράτος προσπαθούσε να λύσει προβλήματα, είτε με την υπερρύθμιση είτε με αποσπασματικές ρυθμίσεις, δημιουργώντας έναν όγκο νόμων, κανονισμών και εγκυκλίων, για να ελέγξει το κάθε τι από την Αθήνα, ακόμα και τη λεπτομέρεια της παραγωγικής ζωής, με το αποτέλεσμα όμως να είναι ακριβώς το αντίθετο: εμπόδιζε και δημιουργούσε μια άλλη πραγματικότητα.
Ήταν ένα αρτηριοσκληρωτικό κράτος, γραφειοκρατικό κράτος, τόσο σκληρό που, τελικά, η πραγματικότητα το ξεπερνούσε, δημιουργώντας έτσι ανομία, απορρύθμιση, αυθαιρεσία, με αποτέλεσμα η ενέργεια του πολίτη να σπαταλάται στο πώς θα ξεφύγει από τις διαδικασίες και όχι πώς θα ενταχθεί μέσα σε μια ευνομούμενη Πολιτεία.
Έτσι, αντί να ασχολούμαστε με την ουσία, την ποιότητα των προϊόντων, την ποιότητα των υπηρεσιών, την ποιότητα των σχέσεων, απορροφηθήκαμε στη γραφειοκρατική διαδικασία. Και αυτό προκάλεσε την αυθαιρεσία, την απορρύθμιση και πολλές φορές ακόμα και τη διαφθορά. Και το έχουμε δει σε τόσους τομείς της χώρας μας.
Θυμάμαι παλαιότερα, όταν λέγαμε «όχι» στην ελεύθερη ραδιοφωνία και τηλεόραση, και τελικά γεμίσαμε ημιπαράνομους σταθμούς.
Όταν απλώς απαγορεύαμε, χωρίς ρυθμίσεις, είτε στο Κτηματολόγιο είτε στη χωροταξία, απλώς γεμίζαμε αυθαίρετα.
Όταν είπαμε, έχουμε ερμητικά κλειστά τα σύνορα, χωρίς μεταναστευτική πολιτική, απλώς γίναμε η χώρα με τους περισσότερους λαθρομετανάστες.
Όταν μιλήσαμε για σκληρούς εργατικούς νόμους, γεμίσαμε με εκατομμύρια εργαζομένους, χωρίς ουσιαστική προστασία των δικαιωμάτων τους, με τις Επιθεωρήσεις Εργασίας να μη μπορούν να εφαρμόσουν έναν ανεφάρμοστο νόμο και κανονισμούς.
Όταν είπαμε «όχι» σε μη κρατικά Πανεπιστήμια, γεμίσαμε με περισσότερα ιδιωτικά κολέγια. Έχουμε τα περισσότερα ιδιωτικά κολέγια στην Ελλάδα απ’ όλη την Ευρώπη και μάλιστα τα περισσότερα είναι και κερδοσκοπικά και, δυστυχώς, πολλά από αυτά είναι και χαμηλής ποιότητας.
Όταν λοιπόν δεν ρυθμίζουμε σωστά μια πραγματικότητα, τότε οι εξελίξεις μας ξεπερνούν και μας επιβάλλονται. Και αυτό συμβαίνει και στον τομέα της γεωργίας.
Πάμε σήμερα σε μια άλλη αντίληψη. Το κεντρικό κράτος γίνεται επιτελικό.
Θα θέτει τις γενικές προδιαγραφές.
Θα οργανώνει σωστά την πιστοποίηση.
Θα ελέγχει για την ποιότητα. Θα αφήνει όμως την ελευθερία και την πρωτοβουλία.
Θα στηρίζει με εκπαίδευση, με τεχνογνωσία, με υποδομή και θα προβάλλει το ελληνικό προϊόν.
Θα δίνουμε κεντρικά τη βασική κατεύθυνση, το γενικό σχεδιασμό, τις βασικές προτεραιότητες, αυτές που στηρίζουμε.
Επιλογή της Κυβέρνησής μας, αλλά και απόρροια πολλών ερευνών και συζητήσεων με τους αγρότες, με τους κτηνοτρόφους, είναι η διατροφή.
Επικεντρωνόμαστε στην ελληνική διατροφή, στην παραγωγή τροφίμων. Αυτή είναι η προτεραιότητά μας και η απόφασή μας.
Όπως είπα, θα υπάρχει και μέλλον και παρόν σε αυτό τον τομέα. Οι διατροφικές κρίσεις το δείχνουν και είναι και πυξίδα για το γεωργό και τον κτηνοτρόφο μας. Πληθυσμοί του πλανήτη μας θα χρειάζονται διαρκώς περισσότερα, όχι λιγότερα, και καλύτερα, όχι χειρότερα προϊόντα.
Οι καταναλωτές αναζητούν και ασφάλεια διατροφική, και ποιότητα για την υγεία τους. Και ο Έλληνας καταναλωτής αδυνατεί να κατανοήσει, γιατί αγοράζει κρέας Βουλγαρίας, ντομάτα Βελγίου, πατάτα Τουρκίας και Ισραήλ, όταν το δικό μας κρέας, η δική μας ντομάτα, η δική μας πατάτα, είναι απείρως καλύτερα και γευστικότερα.
Αδυνατεί να κατανοήσει, γιατί δεν είναι σίγουρος τι τρώει, από το τι συστατικά αποτελείται, ποια προέλευση έχει, ενώ όλο και περισσότερο, και λόγω υγείας, και λόγω περιβαλλοντικών και κλιματικών αλλαγών, θα προτιμάται το τοπικό και περιφερειακό προϊόν, που είναι πιο φρέσκο και δεν έχει υποστεί τη διαδικασία της μεταφοράς.
Επιτελικό κράτος, λοιπόν, σημαίνει σοβαρός σχεδιασμός μαζί με την περιφέρεια. Επιτέλους όμως, πρέπει να πάψουμε να πυροδοτούμε φωτοβολίδες, στιγμιαία γεγονότα, που αναδεικνύουν προϊόντα πρωταθλητές από τον τόπο μας ενώ μετά εξαφανιζόμαστε από το χάρτη, από τις αγορές, επειδή δεν κάνουμε μια συστηματική προσπάθεια σε βάθος χρόνου.
Γι’ αυτό, ο σχεδιασμός είναι πάρα πολύ σημαντικός. Επιλέγουμε, από κάθε ιστορική περιφέρεια της χώρας, που εδώ και αιώνες αναδεικνύει τη δική της ταυτότητα, το δικό της διατροφικό πρότυπο, εκείνα τα προϊόντα που μπορούν να αποτελέσουν την αιχμή του δόρατος, αλλά που είναι και βιώσιμα γιατί έχουν και βαθιές ρίζες. Εκείνα τα προϊόντα, που συγκροτούν το διατροφικό της πολιτισμό. Εκείνα τα προϊόντα, που διασφαλίζουν την επισιτιστική της επάρκεια, αλλά και εκείνα τα νέα προϊόντα, που μπορούν και αναπτύσσονται στο γόνιμο έδαφός της.
Η ελληνική διατροφή είναι αρμονική σύνθεση της Ελλάδας, των περιφερειών. Το καλάθι των προϊόντων της ελληνικής γης απεικονίζεται σε κάθε περιφέρεια ξεχωριστά. Επενδύουμε κατά συνέπεια στην κρητική διατροφή, ίσως το πιο ολοκληρωμένο και χαρακτηριστικό πρότυπο της χώρας μας.
Το καλάθι της Κρήτης συνταιριάζει γεύση – υγεία – πολιτισμό. Ας προσθέσουμε σε αυτήν και την κατάρτιση, την έρευνα, το design, ώστε τότε τα προϊόντα του, τα προϊόντα της Κρήτης, το λάδι, το τυρί, το κρασί, τα όσπρια, το κρέας, το σταμναγκάθι και όλα όσα επιπλέον το συναποτελούν, να μπορούν να γίνουν οι καλύτεροι πρεσβευτές της σύγχρονης Ελλάδας. Μια Ελλάδα, που δεν λοιδορείται για την ανημπόρια της, αλλά είναι ζηλευτή για τη δημιουργία της.
Θέλουμε εθνικό σήμα, το λεγόμενο «brand name» για την ελληνικότητα της γεωργίας σε κάθε προϊόν. Θέλουμε όνομα και ταυτότητα σε κάθε περιφέρεια της χώρας. Θέλουμε πιστοποιητικό ποιότητας, διαβατήριο για τις αγορές. Γι’ αυτό και η κρητική διατροφή θα γίνει το εφαλτήριο της αγροτικής μας ανάπτυξης και το πρότυπο για την αλλαγή στην αγροτική παραγωγή και την ταυτότητα των προϊόντων ολόκληρης της Ελλάδας.
Η κρητική διατροφή αποτελεί ήδη όνομα πολυδιαφημισμένο ανά την υφήλιο. Αποτελεί για μας μέτρο σύγκρισης και πλεονέκτημα. Η Κρήτη και σ’ αυτόν τον τομέα βρέθηκε μπροστά από τις εξελίξεις, με χαρακτηριστικό παράδειγμα το Κρητικό Σύμφωνο Ποιότητας, για την προβολή και τη διάδοση της κρητικής διατροφής, καθώς και την πιστοποίηση των χώρων εστίασης με το σήμα ποιότητας κρητικής κουζίνας. Και όπως είχαμε πει την άλλη φορά που ήμασταν εδώ, ελπίζω αυτή η πιστοποίηση να βρεθεί και σε όλα  – στα περισσότερα αν όχι όλα – τα ξενοδοχεία και της Κρήτης. Είναι πολύ σημαντική αυτή η συνέργεια.
Γνωρίζετε λοιπόν καλύτερα από όλους τα οφέλη της αναγνώρισης της προέλευσης και της ποιότητας των προϊόντων σας, τόσο από τους επισκέπτες του νησιού, όσο και από τους Έλληνες σε όλες τις άλλες περιοχές της χώρας, αλλά και της διασποράς όπως και των καταναλωτών σε όλη τη γη.
Είναι ακριβώς ένα δείγμα του πώς μπορούμε να αναπτυχθούμε. Όχι με «δάνειες» δυνάμεις και εξαρτήσεις, αλλά επενδύοντας σε αυτόχθονες δυνάμεις, στην ίδια μας την παράδοση, διασφαλίζοντας ταυτόχρονα δουλειές, ανάπτυξη, βιωσιμότητα, ποιότητα, υγεία, σιγουριά και ασφάλεια.
Και είναι εδώ, στην Κρήτη, όπου για πρώτη φορά θα ξεκινήσουμε να αναδεικνύουμε αυτό το μοντέλο ανάπτυξης και δημιουργίας ταυτότητας για ολόκληρη την περιφέρεια, το συνδυασμό της κρητικής διατροφής με τον πολιτισμό, τη φυσική ομορφιά και τον τουρισμό. Και θα το κάνουμε πράξη μεθοδικά, με την ίδρυση του Ιδρύματος Αριστείας – Καινοτομίας και Εκπαίδευσης για τον Τουρισμό, που όπως είχα πει και στην προηγούμενη επίσκεψή μου, θα είναι το πρώτο στον κόσμο, που θα συνδέει σε εκπαιδευτικό επίπεδο όλες αυτές τις δραστηριότητες, που στοχεύουν στην αλλαγή του αναπτυξιακού μοντέλου της χώρας μας.
Και είναι ιδιαίτερη και μεγάλη η χαρά μου που βλέπω ότι όλοι οι φορείς, τα Πανεπιστήμια της Κρήτης, το ΙΤΕ, οι φορείς της Αυτοδιοίκησης του νησιού, αλλά και όλοι οι κοινωνικοί εταίροι, έχουν ήδη κάνει μεγάλη πρόοδο, ώστε σύντομα το Ίδρυμα να είναι πραγματικότητα και να λειτουργεί στο Δήμο Γουβών, που πρόσφατα μάλιστα γνωρίζω ότι παραχώρησε και μια μεγάλη έκταση για τη δημιουργία του και τους ευχαριστούμε.
Η νέα αγροτική παραγωγή της χώρας μας και ο τουρισμός, πάνε χέρι – χέρι στο νέο μοντέλο ανάπτυξης και είναι απαραίτητη η διασύνδεσή τους μέσα από την έρευνα, την καινοτομία και την εκπαίδευση. Αυτές οι συνέργειες, για τις οποίες μίλησε και ο Υπουργός, μπορούν να υπάρξουν και με τον «Καλλικράτη», διότι παλαιότερα η επαφή ήταν ενός στενού χώρου, ενός Δήμου κατευθείαν με την Αθήνα. Τώρα θα μπορέσετε να πάρετε αποφάσεις οριζόντια, ολόκληρη η Κρήτη, με συνέργειες όλων των φορέων, έτσι ώστε να συνδυάσει κανείς το σχολείο με την υγιεινή διατροφή, με το περιβάλλον, με τον τουρισμό, με την ανάπτυξη της Κρήτης.
Πάμε λοιπόν να χτίσουμε ένα μοντέλο αγροτικής ανάπτυξης, βασισμένο στην υψηλή αξία των προϊόντων μας, αυτή που δημιουργείται μέσα από την ποιότητα και την αναγνώριση της ταυτότητάς μας.
Για να το πετύχουμε, δεν πρέπει να περιμένουμε τον αγρότη να χτυπήσει την πόρτα του Υπουργού, του Περιφερειάρχη, του Δημάρχου και να απαιτήσει απλώς βοήθεια για να λύσει πρωταρχικά προβλήματα επιβίωσης. Δεν πρέπει να τον αφήνουμε στην τύχη του, μακριά από τη σύγχρονη γνώση, την καινοτομία, τη δυνατότητα και την ευκαιρία που αυτές παρέχουν. Για να το πετύχουμε, έχουμε ανάγκη από ριζικές ανατροπές. Πρώτα απ’ όλα, να καταπολεμήσουμε την αδράνεια, μια αίσθηση ότι κάποιος άλλος θα τα «τρέξει» ή ότι δεν μπορούμε, δεν έχουμε δυνατότητες. Να μην μείνουμε δηλαδή στη μιζέρια που πολλές φορές εύκολα καλλιεργείται στη χώρα μας, λέγοντας «κάποιος άλλος φταίει».
Πρέπει να σπάσουμε τέτοιες πρακτικές. Πρέπει να στενοχωρήσουμε και κάποιους βολεμένους. Πρώτα απ’ όλα ίσως, τους εαυτούς μας. Κανείς μας δεν είναι περήφανος από τον τρόπο οργάνωσης της γεωργίας μας τις περασμένες δεκαετίες. Δεν είμαστε περήφανοι για το επίπεδο ζωής στην ύπαιθρο και το εισόδημα του αγρότη. Δεν είμαστε περήφανοι, ούτε εγώ ούτε ο Υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης, για τον τρόπο με τον οποίο είναι οργανωμένο το κράτος ως προς την υποστήριξη του αγρότη. Και ασφαλώς, δεν είμαστε περήφανοι όλοι μας, για τους αντιπροσωπευτικούς θεσμούς που είχαμε μέχρι τώρα και ήταν επιφορτισμένοι με την ανάπτυξη: Περιφέρειες, Δήμους, Συνεταιρισμούς. Γι’ αυτό ξεκινήσαμε την αλλαγή από την ίδια τη δομή του κράτους, με το σχέδιο «Καλλικράτης».
Γι’ αυτό βάζουμε στόχο ν’ αλλάξουμε τα πάντα, όλα όσα χρειάζονται, για να μπορέσουμε να υπηρετήσουμε τη νέα στρατηγική της χώρας μας για τη γεωργία. Να δούμε μια νέα γεωργία, που ανατέλλει με γρήγορους ρυθμούς.
Ανασυστήνουμε από μηδενική βάση το κεντρικό Υπουργείο. Το μετατρέπουμε επιτέλους σε επιτελικό όργανο λήψης αποφάσεων, αποκλειστικά για την πρακτική κατεύθυνση της γεωργίας, τον έλεγχο της ποιότητας και της πιστοποίησης, καθώς και τη σχέση με την ευρωπαϊκή γεωργία.
Προσαρμόζουμε στον «Καλλικράτη» και στη φιλοσοφία του, τις αποκομμένες και διάσπαρτες σε όλη τη χώρα, εκατοντάδες Υπηρεσίες, μικρά φέουδα, που δεν δουλεύουν και μεταξύ τους πολλές φορές.
Απελευθερώνουμε τους εκατοντάδες γεωπόνους και κτηνιάτρους που σήμερα είναι χαμένοι στα γραφεία και τους διαθέτουμε στον αγρότη και στον κτηνοτρόφο. Δεν χρειαζόμαστε άλλους γραφειοκράτες. Επιτέλους, ο γεωπόνος γι’ αυτό που σπούδασε, στο χωράφι, και ο κτηνίατρος στη στάνη, όπως είπε και ο Υπουργός. Και θα το ελέγξουμε Υπουργέ μου, είμαι σίγουρος ότι θα τα καταφέρεις.
Όλοι οι Οργανισμοί του Υπουργείου συγχωνεύονται σε τρεις, για να υποστηρίξουν τον αγρότη, είτε για τις επιδοτήσεις και τις πληρωμές, είτε για τις γεωργικές ασφαλίσεις και αποζημιώσεις, είτε για την έρευνα, την κατάρτιση και την ποιότητα των προϊόντων του.
Θα ήθελα να σταθώ και να επιμείνω σε ένα τρίπτυχο: Εφαρμοσμένη έρευνα, επαγγελματική κατάρτιση, πιστοποίηση ποιότητας.
Δυο λόγια για την πιστοποίηση: η πιστοποίηση, θα βοηθήσει πολλαπλά. Πρώτα τον ίδιο τον αγρότη. Θα ξέρει τι πρέπει να κάνει, πώς να το οργανώσει για έναν συγκεκριμένο και μετρήσιμο στόχο, καθαρά και απλά, χωρίς γραφειοκρατίες και χωρίς υπερβολικές διαδικασίες που θα τον ταλαιπωρούν.
Δεύτερον: η πιστοποίηση θα είναι η κατοχύρωση για το είδος και την ποιότητα. Θα είναι η κατοχύρωση του αγρότη.
Τρίτον, θα ξέρει ο καταναλωτής τι αγοράζει. Ακόμα και οι μικρότεροι παραγωγοί μέσα από το «e-commerce», το ηλεκτρονικό εμπόριο, όταν πιστοποιούνται θα βρίσκουν εύκολα την αγορά, θα μπορούν να βγουν στην αγορά. Σήμερα, είναι πολύ πιο δύσκολο. «Ποιος είσαι εσύ, πού σε ξέρω, ποιο είναι το προϊόν σου, μήπως δεν είναι έτσι, μήπως είναι αλλιώς…», αυτά αντιμετωπίζουν σήμερα.
Εάν υπάρχει σοβαρή πιστοποίηση, θα ξέρει, θα έχει το κεφάλι του ήσυχο, εάν βεβαίως είναι σωστός στη δουλειά του.
Πρέπει να τελειώνουμε επίσης με την αποκομμένη από τον αγρότη παραγωγή έρευνας του εργαστηρίου. Έρευνα για την έρευνα σε κάποιους τομείς, ναι. Αλλά όχι παντού. Έκλεισε αυτός ο κύκλος. Πρέπει η έρευνα να συνδεθεί με τις ανάγκες τις τοπικές και ιδιαίτερα, όταν μιλάμε για την Κρήτη και τον αγροτικό τομέα, να συνδεθεί με την αγροτική και κτηνοτροφική παραγωγή.
Οφείλει να παράξει η Ελλάδα π.χ. σπόρο, πολλαπλασιαστικό υλικό. Να βελτιώνει αυτόχθονες ποικιλίες φυτών και φυλές ζώων. Να κρατά αρχείο, αποθήκη δικών της ποικιλιών. Να αξιοποιεί στο έπακρο τις δυνατότητες πηγών και πόρων. Κάθε περιφέρεια θα έχει το Ινστιτούτο της, που θα ενεργεί για τις ανάγκες της παραγωγής και τους αναπτυξιακούς στόχους της.
Οι ερευνητές πρέπει να ακούνε την ομάδα των παραγωγών. Να εξυπηρετούν, να υπηρετούν την ομάδα των παραγωγών, τον Συνεταιρισμό, το Περιφερειακό Συμβούλιο, τον Περιφερειάρχη, τον Δήμαρχο. Να πηγαίνουν κοντά στην καλλιέργεια, στο θερμοκήπιο, στη μονάδα τυποποίησης.
Κοινή μας προσπάθεια και στόχος για την αναβάθμιση ποιότητας και τη βιωσιμότητα, είναι να διασφαλίσουμε τις πράσινες υποδομές, τις ανανεώσιμες και φιλικές μορφές ενέργειας, τη μείωση φυτοφαρμάκων και λιπασμάτων, την ορθή διαχείριση των μειωμένων πια υδατικών πόρων.
Παράγουμε σύμφωνα με τους στόχους της πράσινης ανάπτυξης, με τους κανόνες καλής γεωργίας, με οικολογική συνείδηση και ευαισθησία. Και αυτός είναι ο βασικός λόγος, για τον οποίο στη μετάβαση αυτή χρειαζόμαστε ταχύρρυθμη και συγκεκριμένη επαγγελματική κατάρτιση.
Εμείς παίρνουμε την πρωτοβουλία και οι περιφερειακοί και τοπικοί φορείς, με συνευθύνη και συναπόφαση, θα λειτουργήσουν τους θεσμούς κατάρτισης. Θα συνεργαστούν με τα Πανεπιστήμια και τα ΤΕΙ ή τα νέα Ιδρύματα που θα δημιουργηθούν.
Τα Ιδρύματα αυτά επίσης, τα απελευθερώνουμε. Τα απελευθερώνουμε από το σκληρό, γραφειοκρατικό συγκεντρωτισμό όπως λειτουργούσε σήμερα, για να μπορέσουν να συνδεθούν με την περιφερειακή ανάπτυξη, με την έρευνα, αλλά και τη σοβαρή εκπαίδευση των επαγγελμάτων του γεωργού και του κτηνοτρόφου.
Η πιστοποίηση της ποιότητας των προϊόντων, τα εθνικά και περιφερειακά σήματα, τα παραδοσιακά προϊόντα, τα βιολογικά και γεωλογικά προϊόντα, πιστοποιούνται πλέον από τις περιφέρειες. Εμείς θέτουμε τα πρότυπα, τους κανόνες. Εσείς αποφασίζετε.
Δεν μπορεί η ελληνική γεωργία να διοικείται από το κέντρο της Αθήνας ή από μια γραφειοκρατία. Ρόλο στους αιρετούς, ρόλο στην Περιφέρεια, ρόλο στους Δήμους, ρόλο στους ίδιους τους αγρότες, στους επιχειρηματίες της γεωργίας.
Αλλά και έλεγχος. Γιατί η πιστοποίηση χάνει πλήρως το νόημα, αν είναι πιστοποίηση «μαϊμού». Καταρρέει η αξιοπιστία και καταρρέει για όλα τα προϊόντα, όλης της περιοχής, αλλά και για τη χώρα μας. Και αν κάτι πρέπει να κερδίσουμε και το κερδίζουμε, είναι αυτή η αξιοπιστία. Αξιοπιστία παντού, γιατί ήταν το μεγάλο έλλειμμά μας.
Και βέβαια, κάθε περιφέρεια θα αποφασίζει για το δικό της καλάθι προϊόντων. Εμείς προτείνουμε, εμείς συνιστούμε, εμείς συλλέγουμε την παγκόσμια εμπειρία, την ευρωπαϊκή πρακτική, κάνουμε έρευνα, συνθέτουμε, δίνουμε κίνητρα, βοηθούμε στην εκπαίδευση, βοηθούμε στην προβολή.
Εσείς αποφασίζετε. Και οι αποφάσεις σας γίνονται σεβαστές. Από κοινού δρούμε, για να πετύχουμε τους στόχους σε επίπεδο χώρας και περιφέρειας. Κράτος, Περιφέρεια, Δήμος, συντάσσονται σε μια ενιαία πολιτική, ο καθένας με τη δική του διακριτή ευθύνη για την υλοποίηση. Καθένας ανταμείβεται για τις προσπάθειές του μέσα σ’ ένα κοινό πλαίσιο.
Και το ξέρετε, το διεθνές περιβάλλον είναι ανταγωνιστικό. Όμως, όποιος ενεργεί, καινοτομεί και παίρνει πρωτοβουλίες, προσδοκά και απαιτεί περισσότερα. Όσοι αδρανούν, είτε είναι Περιφέρειες, είτε είναι Δήμοι, μένουν μοιραία πίσω. Το κράτος προσφέρει τα εργαλεία, μέσα στήριξης και χρήματα. Το 2011 θα είναι ο χρόνος της μεγάλης στροφής.
Η επανεκκίνηση της ανάπτυξης ξεκινά από τη γεωργία. Σε λίγες εβδομάδες, θα είμαστε σε θέση να προτείνουμε ένα νέο νομοθετικό πλαίσιο  και για τη σύσταση των παραγωγικών Συνεταιρισμών. Έχει μιλήσει και ο Υπουργός για τον «Καλλικράτη» στο χώρο των Συνεταιρισμών.
Έπαιξαν το ρόλο τους οι σημερινοί Συνεταιρισμοί. Δεν είναι η ώρα να κάνουμε ιστορική αποτίμηση της προσφοράς τους. Το μέλλον όμως θα παιχτεί με σκληρούς, διεθνείς και ανταγωνιστικούς όρους. Είναι αδύνατον το σημερινό μοντέλο να αντέξει. Γιατί ο σημερινός Συνεταιρισμός, με εξαιρέσεις βεβαίως, δεν οργανώνει, δεν σχεδιάζει, δεν εκπαιδεύει, αλλά λειτουργεί πολλές φορές απλώς σαν διαμεσολαβητής, με πελατειακή και ρουσφετολογική λογική μοιράσματος εξουσίας ή ακόμα και θέσεων.
Με το νέο πλαίσιο, ο Συνεταιρισμός έχει νόημα μόνο όταν υποστηρίζει τον αγρότη στην προμήθεια φθηνότερων λιπασμάτων, φυτοφαρμάκων, φυτωρίων. Προσφέρει με γεωπόνους, εκπαίδευση και τεχνογνωσία για τις καλλιεργητικές μεθόδους. Συγκεντρώνει, αποθηκεύει, μεταποιεί, εμπορεύεται τα προϊόντα όλων των μελών του.
Διαθέτει εγκαταστάσεις αποθήκευσης, ψύξης, συσκευασίας. Διαθέτει τα αναγκαία κεφάλαια, τολμά συνεργασίες με άλλους Συνεταιρισμούς, σε εθνικό αλλά και σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο. Φέρνει και εισάγει την καινοτομία στις καλλιέργειες και τις μεθόδους. Έχει ικανό μέγεθος να εγγυάται την υποστήριξη του αγρότη.
Συμμετέχει σε διεπαγγελματικές οργανώσεις για την οργάνωση της παραγωγής και την προώθηση των προϊόντων στις αγορές. Διαθέτει ή συνεργάζεται με διοικητικά στελέχη, καταρτισμένα σε πωλήσεις αγροτικών προϊόντων, σε χρηματοδοτήσεις, σε σχέσεις με χρηματοδοτικούς οργανισμούς.
Λειτουργεί με απόλυτη διαφάνεια και άμεση δημοκρατία. Λύνει τα προβλήματά του μόνος του, μέσω του καταστατικού του, σε ένα νέο συλλογικό πνεύμα συνεργασίας.
Μεριμνά και για την ευρύτερη πολιτιστική και εκπαιδευτική καλλιέργεια του αγρότη και του κτηνοτρόφου, ώστε να έχουν διευρυμένους ορίζοντες για τις εξελίξεις από την οικονομία έως και την τεχνολογία.
Έναν τέτοιο Συνεταιρισμό θέλουμε, που δεν προστρέχει, δεν προσβλέπει, δεν επαιτεί, δεν συναλλάσσεται πελατειακά με το κράτος. Κάθε ομφάλιος λώρος ανάμεσα στο συνεταιριστικό κίνημα και το κράτος πρέπει να κοπεί. Βολεύει κάποιους, αλλά πνίγει τους πολλούς, τις δημιουργικές και παραγωγικές δυνάμεις.
Η παλιά σχέση πρέπει να τελειώνει για το καλό όλων. Πρώτα απ’ όλα όμως για το καλό το δικό σας, των ίδιων των παραγωγών.
Δουλεύουμε λοιπόν πάνω στα ευρωπαϊκά πρότυπα για τις ομάδες παραγωγών. Ενισχύουμε τις διεπαγγελματικές Οργανώσεις. Θεσμοθετούμε τη συμβολαιακή γεωργία. Επικροτούμε την ίδρυση υπερσύγχρονων δημοπρατηρίων των προϊόντων της ελληνικής γης σε περιφέρειες της χώρας. Οπλίζουμε τον αγρότη με όλα τα μέσα και ζητούμε από αυτόν να τα αξιοποιήσει.
Διαθέτουμε τους αναγκαίους πόρους. Επενδύουμε 2,5 δισεκατομμύρια ευρώ το 2011 στην αγροτική παραγωγή γι’ αυτούς τους στόχους. Δημιουργούμε Ταμείο Εγγυοδοσίας για την τυποποίηση και τη μεταποίηση των προϊόντων.
Εξοικονομούμε πόρους από διάφορα διάσπαρτα προγράμματα, χωρίς όφελος για την οικονομία και τη γεωργία, και τους συγκεντρώνουμε στην υποστήριξη του καλαθιού των προϊόντων της περιφέρειας. Ανοίγουμε πόρτες σε επιχειρησιακά προγράμματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης που μέχρι τώρα, λόγω της αδράνειας του συστήματος, έμειναν ανενεργά.

Αντιλαμβανόμαστε τη δυσκολία του εγχειρήματος. Καμία διαδικασία αλλαγής δεν ήταν εύκολη, όμως δεν υπάρχει άλλος δρόμος. Όπως κάνουμε με κάθε διαρθρωτική δομή της χώρας που χρειάζεται αλλαγή, το ίδιο κάνουμε και στον τομέα της αγροτικής ανάπτυξης.
Και είμαι βέβαιος ότι θα είστε μαζί μας σ’ αυτή τη νέα αρχή. Είμαι βέβαιος ότι ο Έλληνας αγρότης αδημονεί για την ημέρα που θα μπορεί να στέκεται όρθιος ως επιχειρηματίας, ως επαγγελματίας, ως πολίτης, χωρίς να έχει ανάγκη κανέναν, με στήριγμα τις δικές του δυνάμεις, τη δική του δουλειά, τη δική του παραγωγή, τις δικές του πρωτοβουλίες, περήφανος για το ότι είναι αγρότης, περήφανος για το ότι είναι κτηνοτρόφος. Να μπορεί να ορίζει το μέλλον του χωρίς εξαρτήσεις. Χρειάζεται να ξεκινήσουμε τώρα.
Χρειαζόμαστε όλοι και επιμονή και υπομονή, αλλά χρειαζόμαστε και γρήγορα αποτελέσματα, όπως και μεσοπρόθεσμους στόχους, διότι η Ελλάδα βρέθηκε σε αυτή τη δίνη, που δεν της δίνει την πολυτέλεια να πούμε ότι αυτά θα τα κάνουμε σε έναν ορίζοντα δέκα ετών. Πρέπει να κάνουμε τις μεγάλες αλλαγές γρήγορα, σωστά βεβαίως, σε σωστές βάσεις και όχι ευκαιριακές.
Με πείσμα, με στόχους, με δουλειά, με αγώνα, θα μπορέσουμε και θα πετύχουμε. Ακριβώς όπως θα πετύχουμε στο μεγάλο αγώνα για τη σωτηρία και την αναμόρφωση της χώρας μας. Έναν αγώνα δύσκολο, που ξεκινήσαμε με κόπους και θυσίες, αλλά και με επιτυχία. Σ’ αυτόν τον αγώνα συστρατευόμαστε όλοι, χωρίς καμία διάκριση.
Να χτίσουμε την Ελλάδα που θέλουμε και που αξίζουν τα παιδιά μας, γιατί έχουμε χρέος προς τις επόμενες γενιές. Να μη ξαναζήσουν οι νέοι τη διαδικασία που περνά σήμερα η χώρα μας και μας πληγώνει όλους. Διότι έχουμε χρέος να τους παραδώσουμε μια χώρα που θα τους κάνει περήφανους, μια χώρα που θα τους αξίζει, που θα αξίζει σε όλους μας. Και ξεκινάμε από εδώ από την Κρήτη, αυτή την νέα πορεία”.

[neatv.gr]